Κυριακή 18 Οκτωβρίου 2015

Έγκλημα και μετανάστης: Συνέντευξη με τον Στέφανο Ροζάνη






















Συνέντευξη: Νίκος Κατσιαούνης / περιοδικό ΒΑΒΥΛΩΝΙΑ τεύχος #1

Ο καθηγητής φιλοσοφίας και συγγραφέας Στέφανος Ροζάνης παραθέτει μια άκρως ενδιαφέρουσα συνέντευξη γύρω από το ζήτημα των μεταναστών, του ρατσισμού καθώς και για τη συνεχώς αυξανόμενη βία που εντοπίζεται σε όλο και μεγαλύτερα τμήματα του κοινωνικού ιστού.

«Μας πήραν την Αθήνα». Μετά τον τραγικό θάνατο του 44χρονου είδαμε ότι έγινε μια συντονισμένη προσπάθεια από τα ΜΜΕ που έδωσαν χώρο στην ανάδυση των φασιστικών και ακροδεξιών λογικών. Το έγκλημα ταυτίστηκε με το μετανάστη. Θα ήθελα ένα γενικό σχόλιο πάνω στα γεγονότα που διαδραματίστηκαν.

Καταρχάς μπορεί οι τελεστές του εγκλήματος να ήταν μετανάστες. Αυτό ωστόσο δεν σημαίνει καθόλου ότι το έγκλημα παράγεται από τους μετανάστες. Υπάρχει ένα πολύ κρίσιμο σημείο σχετικά με τις πολυπολιτισμικές κοινωνίες, με αυτό που λέμε πολυπολιτισμικότητα. Αυτό είναι να μπορέσουμε να διακρίνουμε τις μειονοτικές ομάδες σε σχέση με τους γηγενείς, σε σχέση με την κυρίαρχη εθνική ταυτότητα και να καταλάβουμε ότι η εγκληματικότητα υποθάλπεται σε μεγάλο βαθμό από την κυρίαρχη εθνική ταυτότητα χρησιμοποιώντας ως τελεστές τις μειονοτικές ομάδες, οι οποίες βρίσκονται κάτω από ένα καθεστώς εξαθλίωσης και μιζέριας. Επιπλέον αυτές βρίσκονται κάτω από την ασφυξία της εξαφάνισης της δικής τους κουλτούρας και της δικής τους αντίληψης για την ανθρώπινη αξία και ζωή. Υπό την έννοια αυτή, πρώτον: διαπιστώνουμε ότι δεν είναι δυνατό μέσα σε ένα πολυπολιτισμικό περιβάλλον να μη δημιουργούνται αναπόφευκτα τριβές μεταξύ της κουλτούρας κάθε μειονοτικής ομάδας και της κυρίαρχης εθνικής κουλτούρας. Επιπλέον τριβές ανάμεσα στις κουλτούρες μιας μειονοτικής ομάδας και μιας άλλης. Δηλαδή και οι μειονοτικές ομάδες βρίσκονται σε κατάσταση πολέμου μεταξύ τους προκειμένου κάθε μία να επιβάλει το modus vivendi το δικό της.

Κατά συνέπεια δεν πρόκειται ούτε για ένα προαναγγελθέν έγκλημα ούτε για έναν προαναγγελθέντα θάνατο. Πρόκειται για ένα σύμπλοκο φαινόμενο μέσα στο οποίο η εθνική κυρίαρχη ταυτότητα εμπλέκεται με τις μειονοτικές ταυτότητες κατά τρόπο ώστε να τις δημιουργεί, ηθελημένα ή αθέλητα, ως τελεστές ενός εγκλήματος, το οποίο είναι απαραίτητο ώστε να ισχυροποιηθεί η εθνική ταυτότητα.

Οι μετανάστες είναι πρόβλημα ή αφορμή αλλαγής της ελληνικής κοινωνίας; Μπορεί να ειδωθεί ο μετανάστης ως σημείο ρήξης με τις κυρίαρχες λογικές συγκρότησης του ελληνικού έθνους (δεσμοί αίματος και εδάφους);

Ο μετανάστης, ο ξένος, είναι πάντα ένα σημείο ρήξης. Κι αυτό γιατί ο ξένος αποκαλύπτει στην κυρίαρχη εθνική ταυτότητα τη γυμνότητά της. Την ψυχική και συναισθηματική ισοτονία της. Ο ξένος είναι εκείνος που ανασύρει από την εθνική ταυτότητα όλα τα λανθάνοντα στοιχεία τα οποία εκ της φύσεώς της περιέχει η εθνική ταυτότητα. Η Christeva συνήθιζε να λέει ότι το πρόβλημα ξεκινάει όχι από τον ξένο αλλά από το γεγονός ότι μέσα στην εθνική μας ταυτότητα είμαστε ξένοι στον εαυτό μας. Η ξενότητα που εμείς οι ίδιοι υφιστάμεθα, νιώθουμε, συναισθανόμαστε μέσα σε έναν άξενο κόσμο είναι αυτή που θα προβληθεί στη συνέχεια πάνω στο μετανάστη και θα τον καταστήσει ένα σημείο τριβής, ένα σημείο κρίσης. Η Christeva έλεγε πάλι ότι ο μετανάστης είναι λείος και σκληρός όπως το βότσαλο. Κατά συνέπεια, το πρόβλημα είναι ότι μέχρι τώρα στο μετανάστη προβάλλουμε την εικόνα της δικής μας εσωτερικής κενότητας, της δικής μας εσωτερικής απογνώσεως. Μια κενότητα την οποία δημιουργεί μια κοινωνία που έχει απαρνηθεί οποιαδήποτε αξιακή κλίμακα στο ανθρώπινο υποκείμενο κι έχει αφήσει ως μόνη «αξία» την άντληση υλικού κέρδους από την εκμετάλλευση της φύσης, της πόλης, της ίδιας της ζωής και από μια οργάνωση, η οποία στηρίζεται αποκλειστικά και μόνο στον ανταγωνισμό μέχρι εξοντώσεως του ανθρωπίνου υποκειμένου. Κατά συνέπεια, ο ξένος θα μπορούσε πράγματι να γίνει μια αφετηρία για αναστοχασμό. Αναστοχασμό για τον τρόπο της ζωής μας, για το είδος των πόλεων που ζούμε, για τη μοίρα του ανθρωπίνου υποκειμένου μέσα σε έναν κόσμο αλλοιωμένο, μέσα σε έναν κόσμο ο οποίος προσπαθεί να επιβιώσει ακυρώνοντας οποιαδήποτε αξιακή κλίμακα πάνω στην οποία στηρίζεται το ανθρώπινο υποκείμενο.

Η αποτυχία της πολυπολιτισμικότητας αποτελεί μια συνολική κρίση ταυτότητας σε μια λογική που εξακολουθεί να θεωρεί ότι οι απαντήσεις στα σύνθετα οφείλουν να είναι θεσμικές. Ποιοι οι όροι σήμερα για μια νέα κοινωνική πρόταση έξω απο τους θεσμούς;

Ως προς το θέμα της θεσμικής κατοχύρωσης τα πράγματα είναι πολύ δύσκολα, διότι είτε θα θεσμοθετήσω τη διαφορά είτε θα την αφήσω εκτός της θεσμικότητας. Ωστόσο ο ξένος, ο οποίος βρίσκεται κάτω από τη μπότα μιας κυρίαρχης εθνικής ταυτότητας, δεν επιθυμεί τίποτε άλλο παρά να θεσμοθετήσει τον εαυτό του μέσα σε αυτήν την κυρίαρχη ταυτότητα. Αιφνιδίως ο ξένος προσπαθεί με κάθε τρόπο να βαπτιστεί, ας πούμε, χριστιανός προκειμένου να τοποθετηθεί μέσα στο θεσμικό πλαίσιο μιας χριστιανικής κοινωνίας είτε είναι μουσουλμάνος, είτε οτιδήποτε άλλο. Αυτή η λαχτάρα του ανθρώπου να μπει μέσα στο σύνολο των θεσμών μιας κοινωνίας κι έτσι να αποκομίσει τα θεσμικά οφέλη επιφέρει μια φοβερή αλλοίωση στην ψυχοσύνθεση του ανθρώπου που προσπαθεί να ενταχθεί στους θεσμούς. Γίνεται περισσότερο σκληρός και ανηλεής όταν μπει μέσα στο θεσμό. Τότε γίνεται βασιλικότερος του βασιλέως και μπορεί να στραφεί εναντίον της δικής του εθνικής ταυτότητας προκειμένου να διατηρήσει τα οφέλη μιας θεσμοθετήσεως. Και εδώ τίθεται ένα πρόβλημα.

Ό,τι θεσμοθετείται γίνεται μηχανή κρέατος. Που σημαίνει ότι δεν υπάρχει ζωή μέσα στους θεσμούς αλλά έξω από αυτούς. Μόνο που αιφνιδίως βλέπουμε μια κοινωνία που θέλει να θεσμοθετήσει μέχρι και την ομοφυλοφιλία. Θέλει ο ομοφυλόφιλος να θεσμοθετήσει τη σχέση του ώστε να απολαμβάνει τα δικαιώματα της θεσμοθετημένης κοινωνίας που ζει. Αυτό έχει ως στόχο και αποτέλεσμα την πλήρη ομοιογενοποίηση μιας κοινωνικής κατάστασης. Αλλά αυτό δεν είναι τίποτα άλλο από το σύγχρονο πρόσωπο του φασισμού. Εκείνο το οποίο προβάλλεται ως το αντίπαλο της φασιστικής κοινωνίας ή, με σύγχρονους όρους, της ολοκληρωτικής δημοκρατίας είναι η μη θεσμική αφομοίωση όλων των διαφορετικοτήτων. Γιατί η διαφορετικότητα μπορεί να παράγει αυτό που συμβατικά λέμε δημοκρατία. Ποτέ η ομοιογενοποίηση. Ζούμε σε έναν κόσμο ομοιογενοποίησης και εξωθούμε τη διαφορετικότητα να θεσμοθετηθεί με όρους ομοιογένειας. Από εκεί και πέρα αρχίζει το δράμα και των θεσμών και των διαφορετικοτήτων, εννοώ δηλαδή τον τρόπο ζωής και συμπεριφοράς του μειονοτικού ανθρώπου που στην Ιστορία έγινε κατ’ επανάληψιν είτε εννοούμε, για παράδειγμα, τον εβραϊσμό, είτε τον αναρχισμό, είτε με αυτό που θα έλεγε ο Καμύ «εξεγερμένο άνθρωπο». Όλα αυτά που αποτελούν κινδύνους όχι για τις μειονότητες αλλά εσωτερικούς για τη θεσμοθετημένη κυρίαρχη ταυτότητα, πρέπει να εξαλειφθούν. Όλες οι κοινωνίες δεν κάνουν τίποτε άλλο παρά, μέσω του οποιουδήποτε δικαϊκού συστήματος και της οποιασδήποτε θεσμοθετημένης εγκατάστασης της κοινωνίας, να προσπαθούν να αλλοιώσουν, δηλαδή να ομοιογενοποιήσουν τη διαφορετικότητα.

Η έννοια του ρατσισμού είναι ενδημική σε ένα σύστημα που έμαθε να λειτουργεί με βάση τον αποκλεισμό. Μπορεί η κοινωνία να επαναδιατυπώσει μια πρόταση μη εθνική;

Εάν υπάρχει μια πρόταση πέρα του εθνικού θα κριθεί από το γεγονός τού κατά πόσο τα στερεότυπα του εθνικού βρίσκονται σε μια τέτοια δυναμική ώστε να μπορούν κάθε τόσο να προβάλλονται και να διεκδικούν τη δική τους κυριαρχία. Τι εννοούμε στερεότυπα; Ένα από τα στερεότυπα είναι ο ρατσισμός, δηλαδή ο φόβος απέναντι στο ξένο, στον άλλο, στο διαφορετικό. Ακόμα και τον εαυτό μας εάν λίγο κοιτάξουμε εκ του σύνεγγυς, θα παρατηρήσουμε ότι κάτω από συνθήκες αισθανόμαστε φόβο όταν βρισκόμαστε σε περιβάλλοντα ξένα. Προτιμούμε τα δικά μας περιβάλλοντα γιατί αυτά μας δίνουν την ασφάλεια του «Εμείς». Οι άλλοι αποτελούν πάντα απειλή. Αυτό είναι ένα ψυχολογικό και κοινωνικό στερεότυπο. Ένας σπουδαίος μελετητής των στερεοτύπων, ο Λόρεντζερ, υποστηρίζει ότι τα στερεότυπα υπάρχουν έτσι κι αλλιώς εμφυτευμένα και εγγεγραμμένα μέσα στο ανθρώπινο υποκείμενο. Ο φόβος του άλλου υπάρχει εγγεγραμμένος μέσα στο ανθρώπινο ψυχικό περιβάλλον. Πότε όμως αυτό το στερεότυπο (ο φόβος) μπορεί να εξωτερικευτεί και να κινητοποιήσει ανάλογες συμπεριφορές; Μπορεί μόνο όταν γύρω από το ανθρώπινο υποκείμενο έχει στηθεί μια ιστορική σκηνή που επιτρέπει σε αυτά τα στερεότυπα να εξωτερικευτούν ως καταστροφικές δυνάμεις. Πάρτε το φασισμό. Ο φασισμός μπορεί να υποστηρίξει κανείς ότι είναι εγγενές στοιχείο του ανθρώπινου υποκειμένου. Πότε όμως αυτός παράγει Ιδεολογία και κινητοποιεί τους ανθρώπους και τις κοινωνίες; Όταν έχει στηθεί γύρω του μια ιστορική σκηνή που του επιτρέπει να βγει προς τα έξω. Κι εμείς δεν κάνουμε τίποτε άλλο παρά να στήνουμε αυτήν την σκηνή που θα επιτρέψουμε το στερεότυπο να βγει προς τα έξω ως καταστροφέας. Άρα εκείνο που μπορούμε είναι να μην επιτρέψουμε ποτέ μέσω του δρώντος ιστορικού υποκειμένου να εκδηλωθούν οι συνθήκες για την ανάδυση του στερεοτύπου.

Ζούμε σε μια περίοδο κρίσης των αξιών και κρίσης νοήματος. Η αποσάθρωση των σημασιών και η πλήρης εξατομίκευση έχει οδηγήσει σε μια αύξηση της βίας στον κοινωνικό ιστό σε όλα τα επίπεδα. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι το «Όλοι εναντίον όλων» αρχίζει να σκιαγραφείται. Η βαρβαρότητα και η ελευθερία σε περιόδους κρίσης νοήματος απέχουν μια κλωστή. Τι θα επισημαίνατε πάνω σε αυτό;

Το ζήτημα της βίας είναι σύμπλοκο. Αλλά μια μικρή του, πιο επιπόλαια, προσέγγιση είναι η ακόλουθη. Ότι το «Όλοι εναντίον όλων» έπεται της προετοιμασίας του «όλοι για όλα». Εννοώ ότι σε μια κοινωνία που ορίζεται ως ύστερος καπιταλισμός ένα είναι το πρόταγμα που εμφυσείται μέσα στο ανθρώπινο υποκείμενο. Ότι δεν υπάρχει φραγμός στην επιθυμία του έστω κι αν αυτή είναι μια δημιουργημένη επιθυμία. Για παράδειγμα, το κινητό τηλέφωνο ή το σκάφος έχουν τεχνηέντως δημιουργηθεί ως επιθυμία στο ανθρώπινο υποκείμενο. Αυτές είναι επιθυμίες οι οποίες έχουν τεχνηέντως εμφυτευτεί μέσω της φαντασμαγορίας του εμπορεύματος. Πιο απλά. Γιατί ο Ωνάσης μπορεί να έχει ένα σκάφος κι εγώ δεν μπορώ να το έχω; Κι ενώ ο μεν Ωνάσης στον κλασσικό καπιταλισμό δεν αφορούσε την καθημερινότητά μας, σήμερα μέσω του συνθήματος «Όλοι για όλα» αρχίζει και την αφορά. Αυτό σημαίνει ότι έχει μια τεράστια επίδραση πάνω στη δομή της καπιταλιστικής κοινωνίας. Δηλαδή η αλλοίωση που προέρχεται από το γεγονός ότι όλοι μετέχουμε σε όλα αλλά η μετοχή μας, επειδή χρειάζεται οικονομική βάση, έχει ως πηγή της το δανεισμό. Γινόμαστε homo hreosticus, γινόμαστε άνθρωποι χρεώστες. Μέσα σε αυτήν την κοινωνία μπορείς να κάνεις τα πάντα χρωστώντας μέχρι που αυτή η κοινωνία θα γονατίσει από το χρέος, μέσα από το παιδί που έφτιαξε δηλαδή τον καταναλωτισμό. Μήπως αυτό δεν συμβαίνει τώρα; Άρα όταν στερείται το ανθρώπινο υποκείμενο αυτής της αυταπάτης της επιθυμίας, αυτής της φαντασμαγορίας του εμπορεύματος, προσπαθεί να τη διατηρήσει με νόμιμα και άνομα μέσα. Θα χρησιμοποιήσει τον Αλβανό ως μπράβο, τον πληρωμένο δολοφόνο, θα ρίξει την εγκληματικότητα πάνω στις μειονότητες για να βγει αυτό έξω από την ηθική του υπευθυνότητα στον κόσμο. Θα κάνει τα πάντα. Έτσι το «Όλοι για όλα» οδηγεί στο «Όλοι εναντίον όλων». Αυτό θα το δείτε στην εκπαίδευση όπου σε όλες τις βαθμίδες κυριαρχεί η ανταγωνιστικότητα στο βαθμό «ο θάνατός σου η ζωή μου». Από εκεί παράγεται μια κοινωνική βία που διαφέρει ωστόσο από τη βία ως στερεότυπο ή από τη βία που ο Walter Benjamin ονόμαζε ληστρική βία η οποία γέννησε την αρχαία ελληνική τραγωδία.

Το ζήτημα της ασφάλειας σπάνια αναφέρεται από τα κινήματα ρήξης, επειδή είναι μια έννοια που ανήκει στο κράτος. Εξάλλου θα μπορούσαμε να πούμε ότι με το κοινωνικό συμβόλαιο η κοινωνία έχει παραχωρήσει το μονοπώλιο της άσκησης βίας στο κράτος με αντάλλαγμα την ασφάλεια. Σε μια περίοδο που το κράτος αδυνατεί να τηρήσει το κοινωνικό συμβόλαιο και δεδομένου ότι όποιος έχει τα μάτια του ανοιχτά αντιλαμβάνεται ότι υπάρχει ζήτημα ασφάλειας στο κέντρο της Αθήνας, ποια θα μπορούσε να είναι η στάση των κοινωνικών κινημάτων;

Το κράτος είναι η βασική πηγή ανασφάλειας διότι η ανασφάλεια το υπηρετεί ώστε να επεμβαίνει κατασταλτικά και έτσι να ισχυροποιεί τον εαυτό του. Όλοι πέσαμε στην παγίδα της ασφάλειας επειδή προϋποθέσαμε ότι αυτήν την εξασφαλίζει το κράτος δια της επιβολής της κρατικής βίας. Σήμερα όντως έχουμε φτάσει σε μια κατάσταση όπου η ασφάλεια είναι το ζητούμενο μιας ολόκληρης κοινωνίας και μιας πόλης. Δεν σκεφτήκαμε όμως ότι η σύγχρονη διακυβέρνηση βασίζεται σε μια και μόνη αξιωματική βάση. Κι αυτή είναι η διακυβέρνηση δια του φόβου. Εάν δεν παραχθεί φόβος το κράτος είναι ανίκανο να διακυβερνήσει. Έτσι έχει όλη τη δικαιολογία να παράγει φόβο. Ο Jameson λέει ότι στις σύγχρονες διακυβερνήσεις ο φόβος εκφράζεται με δυο τρόπους, στο μεν ατομικό επίπεδο δια του καρκίνου, στο δε συλλογικό δια της τρομοκρατίας. Θα πρόσθετα, στο συλλογικό επίπεδο, δια της ανασφάλειας. Όλη η κομματική δημοκρατία στηρίζεται πάνω στην ανασφάλεια γιατί με το πρόσχημα αυτό βγαίνει με το αίτημα της ασφάλειας. Χωρίς αυτό δεν μπορεί να διακυβερνήσει. Άρα από τον επίσημο θεσμοθετημένο μηχανισμό δεν έχουμε να περιμένουμε τίποτα παρά μια προϊούσα και αύξουσα διάχυση της ανασφάλειας. Είναι αυτό που θα σε κάνει να πας στην κάλπη να ψηφίσεις.

Κατά συνέπεια, το πρόβλημα τίθεται έξω από τους θεσμούς και στην ομαδική προσπάθεια μιας σχέσης με τα πρωτογενή στοιχεία της κοινωνίας. Δηλαδή σε μια αναβίωση της γειτονιάς, της ακαδημαϊκής κοινότητας, το συναίσθημα του «κοινωνικώς ανήκειν». Αν όλα αυτά δεν αποκατασταθούν με πρωτοβουλίες συλλογικές στο βαθμό που να ορθώσουν το ανάστημά τους απέναντι στην ανασφάλεια, τότε αυτή θα εξακολουθεί να κυβερνά τον κόσμο με όλα τα τραγικά αποτελέσματα.

Πώς κρίνετε το ζήτημα της παροχής ιθαγένειας που πρότεινε πριν κάποιο διάστημα το ελληνικό κράτος; Αφορμή για την ερώτηση είναι το γεγονός ότι οι ίδιοι οι μετανάστες δείχνουν ότι δεν το επιθυμούν.

Η παροχή ιθαγένειας δεν είναι τίποτε άλλο παρά ένα επικοινωνιακό τρικ, μια χρυσόσκονη που αντί να λύσει οποιοδήποτε πρόβλημα, το επιδεινώνει. Ο μετανάστης δεν ήρθε εδώ για να πάρει την ελληνική ιθαγένεια. Δεν το επιθυμεί. Τι να την κάνει την ελληνική ιθαγένεια;

Εάν υπάρξει καθολική νομιμοποίηση των μεταναστών και ένταξή τους στον κοινωνικό ιστό, πιστεύετε ότι θα άλλαζε το κυρίαρχο φαντασιακό και η αρνητική στάση απέναντί τους;

Όχι. Διότι πρώτον οι κοινωνικός ιστός στην Ελλάδα δεν μπορεί να αντέξει την ενσωμάτωση. Μην ξεχνάτε το κυρίαρχο φαντασιακό συγκρότησης του έθνους εδώ.

Ακόμη και σε άλλες χώρες όπως στη Γαλλία, που το φαντασιακό συγκρότησης του έθνους είναι διαφορετικό (δεν υπάρχει η λογική του αίματος), εντούτοις υπάρχει πρόβλημα αποδοχής.

Ακριβώς. Γιατί εκεί έχουν άλλο αίμα που θερίζει περισσότερο. Αυτό σημαίνει ότι το φαντασιακό έχει στηριχθεί στο «εμείς». Αυτή τη στερεοτυπία του φαντασιακού είτε την εκριζώνεις, οπότε υπάρχει πρόβλημα για αυτό το ίδιο, είτε την αποδέχεσαι που σημαίνει ότι μέσα στο ίδιο το φαντασιακό δεν μπορείς να λειτουργήσεις. Χρειάζεται αυτό που θα έλεγε ο Καστοριάδης, ένα ριζοσπαστικό φαντασιακό που σημαίνει ότι ο κόσμος υπάρχει εφόσον και μόνο εάν υπάρχει κάποιος που θέλει να τον αλλάξει.

Οπότε δεν βλέπετε να υπάρχει μια λύση;

Όχι. Αυτά είναι τα διλήμματα που θέτει ο ύστερος καπιταλισμός και που είναι αδιέξοδα. Άρα η δράση του ανθρωπίνου υποκειμένου είναι η συλλογική δράση μέσα σε μια εντοπιότητα κουλτούρας. Εγώ είμαι Κυψελιώτης, που σημαίνει εγώ θα κοιτάξω να δημιουργήσω όρους και συνθήκες διαλόγου, ανοχής κτλ. ώστε να μην αλλοιωθεί η Κυψέλη, όπως το θέλει η εκάστοτε δημοτική αρχή.

Μιας και ζείτε στην Κυψέλη, μια περιοχή που βιώνει το «πρόβλημα» που συζητάμε, είναι δικαιολογημένο το αντιμεταναστευτικό μένος ορισμένων κατοίκων;

Όχι. Γιατί δεν καταλαβαίνουνε. Νομίζουν ότι τους φταίει ο μετανάστης. Δεν τους φταίει σε τίποτα. Οι ίδιοι φταίνε, οι οποίοι πηγαίνουν και στοιβάζουνε σε 10 τετραγωνικά 45 ανθρώπους και πληρώνονται με το κεφάλι. Αλλά αυτό αποτελεί αξιωματική ελευθερία για το σύστημα διακυβέρνησης. Έχω ένα διαμέρισμα, είναι δικό μου, ό,τι θέλω το κάνω.

πηγή:
http://www.babylonia.gr/2011/08/10/egklima-ke-metanastis-sinentefxi-me-ton-stefano-rozani/

Κυριακή 27 Σεπτεμβρίου 2015

Frantz Fanon-Της Γης οι Κολασμένοι / Συμπεράσματα για την Ευρώπη


































6. Συμπέρασμα

Ελάτε λοιπόν σύντροφοι. Καλά θα κάνουμε να αποφασίσουμε να αλλάξουμε τις συνήθειές μας με μιας. Πρέπει να αποτινάξουμε το βαρύ σκοτάδι στο οποίο έχουμε βυθιστεί, και να το αφήσουμε πίσω μας. Η καινούργια μέρα που πλησιάζει πρέπει να μας βρει δυνατούς, συνετούς και αποφασισμένους.

Πρέπει να αφήσουμε τα όνειρά μας και να εγκαταλείψουμε τα παλιά μας πιστεύω και τις φιλίες των καιρών πριν να αρχίσει η ζωή. Ας μην ξοδεύουμε χρόνο σε στείρες λιτανείες και εμετική μίμηση. Αφήστε αυτή την Ευρώπη όπου δεν κουράζονται ποτέ να μιλάν για τον Άνθρωπο, κι όμως φονεύουν ανθρώπους όπου τους βρουν, σε κάθε γωνιά των δρόμων τους, σε κάθε γωνιά του πλανήτη. Για αιώνες έπνιξαν σχεδόν ολόκληρη την ανθρωπότητα στο όνομα μιας ούτως καλούμενης "πνευματικής εμπειρίας." Κοιτάχτε τους σήμερα πώς ταλαντεύονται ανάμεσα στην ατομική και την πνευματική αποσύνθεση.

Κι όμως μπορεί να ειπωθεί ότι η Ευρώπη ήταν επιτυχής στον βαθμό που πέτυχε σε ό,τι αποπειράθηκε.

Η Ευρώπη ανέλαβε την ηγεσία του κόσμο με θέρμη, κυνισμό και βία. Κοιτάχτε πώς η σκιά των παλατιών της εκτείνεται όλο και μακρύτερα! Κάθε μια από τις κινήσεις της έχει διαρρήξει τα δεσμά του χώρου και της σκέψης. Η Ευρώπη απαρνήθηκε κάθε ταπεινότητα και κάθε μετριοφροσύνη. Αλλά έχει επίσης εναντιωθεί σε κάθε ικεσία και κάθε τρυφερότητα.

Έχει αποδειχτεί τσιγκούνα και φιλοχρήματη μόνο όταν αφορά ανθρώπους. Έχει δολοφονήσει και κατασπαράξει μόνο ανθρώπους.

Λοιπόν, αδέρφια μου, πώς γίνεται να μην καταλαβαίνουμε ότι έχουμε καλύτερα πράγματα να κάνουμε από το να ακολουθούμε αυτή την Ευρώπη;

Αυτή την ίδια Ευρώπη όπου δεν κουράζονται ποτέ να μιλάνε για τον Άνθρωπο, και όπου δεν έχουν σταματήσει ποτέ να διακηρύσσουν ότι αγωνιούν απλώς για το καλό του Ανθρώπου: σήμερα γνωρίζουμε με τι μαρτύρια έχει πληρώσει η ανθρωπότητα τον κάθε ένα των πνευματικών τους θριάμβων.

Ελάτε λοιπόν σύντροφοι, το ευρωπαϊκό παιχνίδι τέλειωσε επιτέλους· πρέπει να βρούμε κάτι διαφορετικό. Σήμερα, μπορούμε να κάνουμε τα πάντα, εφόσον δεν μιμούμαστε την Ευρώπη, εφόσον δεν έχουμε την εμμονή να φτάσουμε την Ευρώπη.

Η Ευρώπη τώρα ζει με τέτοιο τρελό, άφρονο ρυθμό που έχει αποτινάξει κάθε καθοδήγηση και κάθε λογική, και κατευθύνεται τρέχοντας στην άβυσσο.

[...] Σήμερα, είμαστε παρόντες στην στασιμότητα της Ευρώπης. Σύντροφοι, ας λευτερωθούμε από αυτή την ακίνητη κίνηση όπου σταδιακά η διαλεκτική μεταμορφώνεται στη λογική της ισορροπίας. Ας αναλογιστούμε εκ νέου το ερώτημα της ανθρωπότητας. Ας αναλογιστούμε εκ νέου το ερώτημα της εγκεφαλικής πραγματικότητας και της εγκεφαλικής μάζας όλης της ανθρωπότητας, που οι συνδέσεις της πρέπει να αυξηθούν, που τα κανάλια της πρέπει να πληθύνουν, που τα μηνύματά της πρέπει να ανθρωποποιηθούν ξανά.

Ελάτε, αδέρφια, έχουμε πολύ δουλειά να κάνουμε για να παίζουμε το ρόλο της οπισθοφυλακής. Η Ευρώπη έκανε αυτό που έβαλε στόχο να κάνει και στο σύνολο, το έκανε καλά. Ας σταματήσουμε να την κατηγορούμε, αλλά ας της πούμε με αποφασιστικότητα να μην κομπάζει και τόσο πολύ για αυτό. Δεν έχουμε τίποτε να φοβηθούμε πλέον· οπότε ας σταματήσουμε να τη ζηλεύουμε.

Ο Τρίτος Κόσμος αντικρίζει σήμερα την Ευρώπη ως μια τεράστια μάζα, σκοπός της οποίας θα πρέπει να είναι να προσπαθήσει να επιλύσει τα προβλήματα για τα οποία η Ευρώπη δεν μπόρεσε να βρει απάντηση.

Αλλά ας είμαστε ξεκάθαροι: Αυτό που μετρά είναι σταματήσουμε να μιλάμε για παραγωγικότητα, και για εντατικοποίηση και για τον ρυθμό της εργασίας.

Όχι, δεν είναι ζήτημα επιστροφής στη Φύση. Είναι απλώς ένα πολύ συγκεκριμένο ζήτημα του να μην σέρνονται οι άνθρωποι στον ακρωτηριασμό, του να μην επιιβάλλονται στον νου ρυθμοί που γρήγορα τον εξαλείφουν και τον καταστρέφουν. Η δικαιολογία του να προφτάσουμε τους άλλους δεν πρέπει να χρησιμοποιείται για να σπρώχνεται ο άνθρωπος από δω και από κει, για να ξεριζώνεται από την ιδιωτικότητά του, για να συνθλίβεται και να σκοτώνεται.

Όχι, κανέναν δεν θέλουμε να προφτάσουμε. Αυτό που θέλουμε είναι να πηγαίνουμε συνέχεια μπροστά, νύχτα και μέρα, παρέα με τον Άνθρωπο, παρέα με όλους τους ανθρώπους. [...]

Είναι ζήτημα του να αρχίσει ο Τρίτος Κόσμος μια νέα ιστορία του Ανθρώπου, μια ιστορία που θα έχει σεβασμό για τις κάποιες φορές εντυπωσιακές θέσεις που έχει διατυπώσει η Ευρώπη, αλλά που δεν θα ξεχνά επίσης τα εγκλήματά της, εκ των οποίων το φρικτότερο έγινε σε βάρος της ανθρώπινης καρδιάς, και συνίστατο στο παθολογικό ξερίζωμα των λειτουργιών του και την συντριβή της ενότητάς του. Και στα πλαίσια της συλλογικότητας, υπήρξαν οι διαφοροποιήσεις, η διαστρωμάτωση και οι αιμοσταγείς εντάσεις που τράφηκαν από τις τάξεις. Και τέλος, στην γιγάντια κλίμακα της ανθρωπότητας, υπήρξαν φυλετικά μίση, δουλεία, εκμετάλλευση και πάνω από όλα η αναίμακτη γενοκτονία που συνίστατο στον παραγκωνισμό δεκαπέντε χιλιάδων εκατομμυρίων ανθρώπων.

Έτσι, σύντροφοι, ας μην τιμήσουμε την Ευρώπη δημιουργώντας κράτη, θεσμούς και κοινωνίες που αντλούν την έμπνευσή τους από αυτή.

Η ανθρωπότητα περιμένει κάτι διαφορετικό από μας από τέτοιου είδους μίμηση, που θα ήταν σχεδόν αισχρή καρικατούρα.

Αν θέλουμε να μετατρέψουμε την Αφρική σε μια νέα Ευρώπη, και την Αμερική σε μια νέα Ευρώπη, τότε ας αφήσουμε το πεπρωμένο των χωρών μας στους Ευρωπαίους. Θα ξέρουν πώς να κάνουν τα πράγματα καλύτερα κι από τους πιο προικισμένους από εμάς.

Αλλά αν θέλουμε η ανθρωπότητα να πάει ένα βήμα παραπέρα, αν θέλουμε να τη φέρουμε σε ένα διαφορετικό επίπεδο από αυτό που της έδειξε η Ευρώπη, τότε θα πρέπει να επινοήσουμε, και θα πρέπει να κάνουμε ανακαλύψεις.

Αν θέλουμε να ανταποκριθούμε στις προσδοκίες των λαών μας, θα πρέπει να ψάξουμε την απάντηση αλλού και όχι στην Ευρώπη.

Επιπλέον, αν θέλουμε να αποκριθούμε στις προσδοκίες των λαών της Ευρώπης, δεν είναι χρήσιμο να τους επιστρέψουμε μια αντανάκλαση, ακόμα και μια ιδανική αντανάκλαση, της δικής τους κοινωνίας και της δικής τους σκέψης, με την οποία από καιρό σε καιρό νιώθουν απροσμέτρητη ναυτία.

Για την Ευρώπη, για τον εαυτό μας και για την ανθρωπότητα, σύντροφοι, θα πρέπει να γυρίσουμε νέα σελίδα, θα πρέπει να επεξεργαστούμε νέες έννοιες, και θα πρέπει να στήσουμε στα πόδια του έναν νέο άνθρωπο.

Γραμμένο το 1961, στην κλιμάκωση του απελευθερωτικού πολέμου στην Αλγερία.

πηγή: http://radicaldesire.blogspot.gr/2011/02/frantz-fanon.html

ΔΙΑΒΑΣΤΕ και κατεβάστε ΟΛΟΚΛΗΡΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ
"Της Γης οι Κολασμένοι" του Φραντζ Φανον εδώ:
https://tokoinonikoodofragma.files.wordpress.com/2014/01/cf86cf81ceb1cebdcf84cf83-cf86ceb1cebdcebfcebd-cf84ceb7cf83-ceb3ceb7cf83-cebfceb9-cebacebfcebbceb1cf83cebcceb5cebdcebfceb9.pdf

Δευτέρα 7 Σεπτεμβρίου 2015

Tί συμβαίνει με τους πρόσφυγες στην Μυτιλήνη και πως να βοηθήσουμε?



























Λάβαμε αυτό το μήνυμα από τον ακτιβιστή Δημήτρη Μουτσόπουλο από την Μυτιλήνη ο οποίος δίνει κάποια άμεσα στοιχεία για την κατάσταση των προσφύγων στην Μυτηλίνη και καλεί όλους μας σε δράσεις και πράξεις αλληλεγγύης.

Με τις προσφυγικές ροές να συνεχίζονται αμείωτες, όπου κατά μέσο όρο το νησί δέχεται περίπου 1000 άτομα/μέρα​, και με την αδυναμία του κράτους να πράξει τα αυτονόητα, δηλαδή να διευκολύνει την καταγραφή και τον απόπλου των 10-14 χιλιάδων προσφύγων, το νησί της Λέσβου βρίσκεται αυτή τη στιγμή -όντως- σε κατάσταση εκτάκτου ανάγκης.

Θα προσπαθήσω να σας ενημερώσω σύντομα για κάποια από τα βασικά γεγονότα-προβλήματα των τελευταίων ημερών, έτσι όπως φτάσαν σε μένα από ανθρώπους και συλλογικότητες που δρούν στο νησί.

1. Βασικές ανθρώπινες ανάγκες (στέγη-τροφή-περίθαλψη)

Τα 2 κέντρα προσωρινής κράτησης που διαθέτει το νησί έχουν προ πολλού ξεπεράσει τα όρια δυνατότητας φιλοξενίας. Υπάρχει υγειονομικό πρόβλημα από την έλλειψη αποχωρητηρίων. Τα σκουπίδια μαζεύονται επικίνδυνα. Κόσμος στεγάζεται όπως όπως σε σκηνές, κάτω από δέντρα ή απλά κοιμάται στο έδαφος ακόμα και στο πλάι του εθνικού δρόμου με κίνδυνο ατυχήματος.

Η τροφή που διανέμεται από ανθρωπιστικές οργανώσεις ή από τις 2-3 συλλογικές κουζίνες που δρούν εδώ δεν αρκεί για να ταίσει τους πρόσφυγες. Οι Σύριοι στην πλειοψηφία τους έχουν κάποια οικονομική άνεση και αγοράζουν την τροφή τους από σουπερμαρκετ ή εστιατόρια. Οι Αφγανοί και άλλοι πρόσφυγες που δεν έχουν δυνατότητα πεινάνε. Δεν υπάρχει ούτε η ελάχιστη υποδομή για να μαγειρέψουν μόνοι τους (γκαζάκι-κουζίνα-κατσαρόλες).

Το νερό κόβεται το βράδυ στο λιμάνι, με αποτέλεσμα να καταφεύγουν στην αγορά εμφιαλωμένου νερού για το οποίο έχουν ακουστεί εξωφρενικές τιμές πώλησης μέχρι και 5Ε/μπουκάλι. Στο κέντρο κράτησης της Μόριας μαθαίνουμε ότι υπάρχει κρούσμα διάρροιας στα παιδιά, το οποίο μπορεί να οφείλεται σε διατροφικούς λόγους.

Ιατροφαρμακευτική περίθαλψη υπάρχει σε πολύ μικρές ποσότητες, στο νησί δρούν οι Γιατροί χωρίς σύνορα και μερικές ακόμα οργανώσεις με προσωπικό που ούτε καν φτάνει να καλύψει τις ευρύτερες ανάγκες περίθαλψης.

2. Εκμετάλλευση από την κοινωνία (παραοικονομία)

Η σχετική οικονομικη άνεση κυρίως των Σύριων προσφύγων έχει οδηγήσει σε άνθιση την ντόπια παραοικονομία. Είδη πρώτης ανάγκης όπως το νερό, οι κάρτες sim κινητής τηλεφωνίας, οι σκηνές, τα δωμάτια ξενοδοχείων, ακόμα και το εισητήριο του πλοίου της φυγής έχουν ειδικές τιμές για τους πρόσφυγες.

Υπάρχουν αμοιβές για την μεταφορά πρός το λιμάνι (ωτοστόπ), υπάρχει τιμή χρήσης δημόσιας τουαλέτας που δεν υπήρχε προηγουμένως, υπάρχουν καρότσες με τρόφιμα και καντίνες στα μέρη που μαζεύονται οι πρόσφυγες που πουλάνε λάθρα προιόντα σε τιμές πολλαπλάσιες του κανονικού χωρίς κανέναν κρατικό έλεγχο φυσικά. Ακόμα και οι λιμενικοί που βγάζουν τις περιούσιες κάρτες 30ημερών που επιτρέπουν στους πρόσφυγες να φύγουν, βγάζουν λεφτά πουλώντας κάρτες sim.

Στα μέρη όπου φτάνουν οι βάρκες, δραστηριοποιούνται κυκλώματα που παίρνουν τις βάρκες και τις μηχανές και τις πουλάνε πιθανότατα στο ίδιο κύκλωμα που φέρνει τους πρόσφυγες στο νησί.

3. Επιθέσεις, ρατσιστική βία

​Δεν λείπουν οι αγανακτισμένοι κάτοικοι που συνεργάζονται με την αστυνομία και το λιμενικό προσπαθώντας να εκδιώξουν τους πρόσφυγες από το λιμάνι. Τις τελευταίες μέρες έχουμε επίθεση σε πάρκο όπου κατασκηνώνουν πρόσφυγες από ντόπιους με μηχανή και μολότοφ.
Οι λιμενικοί που απωθούν τους πρόσφυγες από το λιμάνι χρησιμοποιούν λεκτική και σωματική βία ακόμα και μπροστά σε οικογένειες και βρέφη. Έχουν σταλεί 2 διμοιρίες (από την αριστερή μας κυβέρνηση) αντί για ανθρώπους που να βοηθήσουν στην καταγραφή και τον απόπλου.​
Τέλος με επιφύλαξη παραθέτω το γεγονός ότι τσιγγάνοι με πέτρες επιτέθηκαν σε βάρκα προκειμένου να διώξουν τους προσφυγες και να τους κλέψουν..

4. Απόπλους προς Πειραιά

Εκτός από το EL VENIZELOS (χωρητικότητα: 2000-2500άτομα) στον απόπλου συνδράμει και το TERRA JET (1300 άτομα) με συχνότητα απόπλου κάθε 2 μέρες περίπου. Παρ' όλ' αυτά η ροή εισόδου 1000/μέρα και η δυσχέρεια καταγραφής από τις αρχές, δημιουργούν συνωστισμό στο νησί και τελικά η ροή εξόδου είναι μικρότερη.

5. Ανάγκες (ανθρωπιστική βοήθεια)

Χρειάζονται είδη πρώτης ανάγκης που παραθέτω παρακάτω:
- εμφιαλωμένο νερό
- φάρμακα (διάρροια, πονοκέφαλος, κρύωμα, αλοιφές για καψίματα από τον ήλιο, επίδεσμοι και betadine)
- υλικά για στήσιμο πρόχειρης κουζίνας (κατσαρόλες-γκαζάκια-πιάτα ποτήρια)
- σκηνές, κουβέρτες

Προτεινόμενες δράσεις αλληλεγγύης:
- όσοι/ες από Αθήνα-Θεσ/κη ή άλλες μεγάλες πόλεις μπορείτε να οργανώσετε εκδηλώσεις οικονομικής συνεισφοράς και αγοράς ειδών πρώτης βοήθειας είστε παραπάνω από ευπρόσδεκτοι/ες.
- όσοι/ες θέλετε να έρθετε σε επικοινωνία με τις οργανώσεις/συλλογικότητες που βρίσκονται εδώ μπορείτε να επικοινωνήσετε μαζί μου στο email mhtcka@gmail.com και εγώ θα προσπαθήσω να σας φέρω σε επαφή.
- όσοι/ες μπορείτε να δημοσιοποιήσετε τις παραπάνω πληροφορίες και να ευαισθητοποιήσετε την ελληνική κοινή γνώμη μέσα από blog, site, κοινωνικά δίκτυα μην διστάσετε.


Αυτή είναι η κατάσταση αυτή τη στιγμή στη Μυτιλήνη,
Ελπίζουμε στην δράση σας,

6.9 2015
Μητσόπουλος Δημήτρης

Πέμπτη 27 Αυγούστου 2015

Σημειώσεις πάνω στο "μεταναστευτικό ζήτημα", του Γκυ Ντεμπόρ























Το "μεταναστευτικό ζήτημα" είναι εξολοκλήρου χαλκευμένο, όπως είναι κάθε δημόσιο ζήτημα στην σύγχρονη κοινωνία, και για τους ίδιους λόγους: η ερώτηση εγείρεται από την οικονομία (δηλ. την ψευδο-οικονομική ψευδαίσθηση) και συζητάται από τους θεαματικούς μηχανισμούς.

Η συζήτηση επί του θέματος άλλωστε περιορίζεται σε ηλιθιότητες, του τύπου: θα πρέπει να κρατήσουμε ή να ξεφορτωθούμε τους μετανάστες; (Φυσικά ο πραγματικός μετανάστης δεν είναι ο μόνιμος κάτοικος ξενικής προέλευσης αλλά εκείνος ο οποίος θεωρείται και θεωρεί ο ίδιος τον εαυτό του ως διαφορετικό, και πρόκειται να παραμείνει έτσι. Πολλοί μετανάστες, ή τα παιδιά τους, έχουν Γαλλική υποκοότητα. Πολλοί Πολωνοί ή Ισπανοί μετανάστες κατέληξαν να αφομοιωθούν στην μάζα του Γαλλικού πληθυσμού, η οποία τότε ήταν ακόμη διακριτή).

Όπως τα πυρηνικά απόβλητα και πετρελαιοκηλίδες, οι μετανάστες αποτελούν ένα προϊον του σύγχρονου καταπιλιστικού τρόπου διαχείρισης --με τη διαφορά πως τα "όρια ασφαλείας" στην περίπτωση τους ορίζονται με μεγαλύτερη ταχύτητα και "επιστημονικότητα". Εξάλλου, όπως τα πυρηνικά απόβλητα και οι πετρελαιοκηλίδες, θα παραμείνουν μαζί μας για αιώνες, χιλιετίες, για πάντα. Θα παραμείνουν επειδή ήταν πολύ ευκολότερο να εξολοθρευθούν οι γερμανοεβραίοι επί Χίτλερ παρά οι Βορειοαφρικανοί ή οι υπόλοιποι, σήμερα: αφού δεν υπάρχει σήμερα στην Γαλλία ούτε ναζιστικό κόμμα ούτε κάποιος μύθος περί ανώτερης φυλής!

Θα πρέπει να τους ενσωματώσουμε, ή να "σεβαστούμε την πολιτισμική τους διαφορετικότητα"; Άλλο άχρηστο ψευτοδίλλημα. Δεν μπορούμε πλέον να ενσωματώσουμε κανέναν: ούτε τους νέους, ούτε τους Γάλλους εργάτες, ούτε καν τους επαρχιώτες ή τις παλαιές εθνικές μειονότητες (Κορσικανούς, Βρετόνους, κλπ), μια και το Παρίσι, μια κατεστραμμένη πόλη, έχει χάσει τον ιστορικό του ρόλο, ο οποίος ήταν η παραγωγή Γάλλων. Τι νόημα έχει η αστική συσσώρευση χωρίς πρωτεύουσα; Τα στρατόπεδα συγκέντρωσης δεν έκαναν Γερμανούς τους εκτοπισμένους ευρωπαίους. Αντίστοιχα, η διάχυση του συγκεντρωμένου θεάματος μπορεί να ενώσει μόνο θεατές. 

Πιπιλάμε σαν καραμέλα, χρησιμοποιώντας μια καθαρά διαφημιστική γλώσσα, τα περί άνθισης της "πολιτισμικής διαφορετικότητας". Ποιός πολιτισμός; Δεν έχει απομείνει στάλα. Ούτε χριστιανικός, ούτε μουσουλμανικός, ούτε σοσιαλιστικός, ούτε επιστημονικός. Ας μη μιλάμε λοιπόν για κάτι πεθαμένο. Αν εξετάσουμε, έστω και στιγμιαία τα στοιχεία και την πραγματικότητα, βλέπουμε πως δεν έχει απομείνει τίποτα πέρα από την παγκόσμια-θεαματική (Αμερικάνικη) κατάρρευση κάθε κουλτούρας και πολιτισμού.

Αυτό που σίγουρα δεν μπορεί να βοηθήσει στην ενσωμάτωση, είναι το δικαίωμα ψήφου. Οι Γάλλοι έχουν δικαίωμα ψήφου και παρόλα αυτά δεν είναι τίποτα (το κάθε κόμμα είναι ίδιο με κάθε άλλο, κάθε κομματική υπόσχεση ισοδυναμεί με την άρνηση της, κλπ. Πρόσφατα, άλλωστε, τα προγράμματα των κομμάτων --που όλοι γνωρίζουν πως δεν πρόκειται να υλοποιηθούν--, σταμάτησαν να προσπαθούν έστω και να εξαπατήσουν, αφού δεν προτείνουν πλέον λύσεις σε κανένα από τα σημαντικά ζητήματα). Μια ιστορική απόδειξη ότι η ψήφος δεν σημαίνει τίποτα, ακόμα και για τους Γάλλους: το 25% των "πολιτών" στην ηλικία 18-25 δεν έχουν γραφτεί στα μητρώα ψήφοφόρων, από αηδία. Σε αυτούς θα πρέπει να προσθέσουμε και όσους είναι εγγεγραμμένοι, αλλά απέχουν.

Ορισμένοι προτείνουν ως κριτήριο την "ευχέρεια στα Γαλλικά". Αξιογέλαστο. Μήπως οι ίδιοι οι σημερινοί Γάλλοι μιλάνε Γαλλικά; Είναι μήπως γαλλικά η γλώσσα που μιλούν οι σημερινοί αγγράματοι, ο Φαμπιούζ ("Bonjour les degats!"), η Φρανσουάζ Καστρό ("Ca t'habite ou ca t'effleure?"), ή ο Μπερνάρ Ανρύ Λεβύ;[1] Δεν οδεύουμε ολοφάνερα προς την απώλεια κάθε ικανότητας ορθού συλλογισμού και χρήσης της γλώσσας με σαφήνεια, ακόμη και χωρίς να λάβουμε υπόψιν μας τους μετανάστες; Εξάλλου, δείτε ποιές απείρως γελοιότερες του Ισλάμ και του Καθολικισμού σέκτες κατέκτησαν εύκολα μερίδα των σπουδαγμένων ηλιθίων μας (Μουν, κλπ). Για να μην αναφέρουμε τους ουσιαστικά ηλίθιους ή αυτιστικούς ανθρώπους τους οποίους παρόμοιες σέκτες επιλέγουν να μην προσυλητίσουν, καθώς δεν υπάρχει οικονομικό ενδιαφέρον στην εκμετάλλευση τους --και οι οποίοι αφήνονται επομένως στα χέρια των δημοσίων αρχών.

Μετατραπήκαμε σε Αμερικανούς. Δεν είναι λοιπόν έκπληξη το ότι έχουμε να αντιμετωπίσουμε όλα τα άθλια προβλήματα των Ηνωμένων Πολιτειων, από τα ναρκωτικά και την μαφία, μέχρι το "φαστ φουντ" και τον πολλαπλασιασμό των εθνικοτήτων. Για παράδειγμα, αν και η Ιταλία και η Ισπανία έχουν αμερικανοποιηθεί επιφανειακά -και σε ορισμένες πλευρές εις βάθος-, δεν είναι εντούτοις μικτές εθνοτικά. Με αυτή την έννοια παραμένουν περισσότερο χαρακτηριστικά Ευρωπαϊκές χώρες (όπως η Αλγερία είναι χαρακτηριστικά Βορειοαφρικάνικη). 

H Γαλλία έχει τα προβλήματα της Αμερικής χωρίς την δύναμη της. Κανείς δεν εγγυάται πως το Αμερικάνικο "χωνευτήρι" (melting pot) εθνικοτήτων θα συνεχίσει να λειτουργεί για πολύ ακόμα (παράδειγμα οι "Τσικάνος", οι οποίοι ομιλούν διαφορετική γλώσσα). Είναι όμως ξεκάθαρο πως δεν μπορεί να λειτουγήσει ούτε προς στιγμή εδώ. Ο λόγος είναι πως οι Η.Π.Α αποτελούν τη βιομηχανία του σύγχρονου τρόπου ζωής, την καρδιά του θεάματος που σπρώχνει το αίμα του ως την Μόσχα και το Πεκίνο, και αυτό το θέαμα δεν μπορεί να δώσει την παραμικρή αυτονομία στους κατά τόπους υπερ-εργολάβους του. (Αν γίνει κατανοητό, το παραπάνω γεγονός καταδεικνύει μια πολύ σοβαρότερη μορφή υποδούλωσης από εκείνη την οποία καταγγέλουν οι συνηθισμένοι κριτικοί του "ιμπεριαλισμού").

Εδώ στην Γαλλία, δεν είμαστε πλέον τίποτα: είμαστε αποικιοκρατούμενοι οι οποίοι δεν κατάφεραν να εξεγερθούν, είμαστε οι yes-men του θεάματος και της αλλοτρίωσης. Πόσες και πόσες δικαιολογίες δεν επανανακαλύπτουμε στην Γαλλία, όταν αντιμετωπίζουμε την αύξηση των μεταναστών πάντως χρώματος! Λες και μας έκλεψε κάποιος κάτι το οποίο ήταν ακόμα δικό μας. Τι θα ήταν αυτό; Σε τι πιστεύουμε, ή μάλλον, σε τι υποκρινόμαστε ακόμα πως πιστεύουμε; Δεν είναι παρά από περηφάνια για τις ολοένα αραιότερες κεκτημένες διακοπές τους, που οι καθαρόαιμοι σκλάβοι διαμαρτύρονται πως οι μουλάτοι απειλούν την ανεξαρτησία τους!

Υπάρχει κίνδυνος δημιουργίας ενός απάρτχάιντ; Ναι! Μάλιστα δεν υπάρχει απλά κίνδυνος, έχει ήδη μοιραία δημιουργηθεί (με την έννοια του γκέτο, τον φυλετικών συγκρούσεων, και -δεν θα αργήσουν-, λουτρών αίματος). Μια κοινωνία σε πλήρη αποσύνθεση είναι προφανώς πολύ λιγότερο ικανή να δεχθει ένα μεγάλο αριθμό μεταναστών χωρίς ανυπόφορο άγχος από ότι μια συνεκτική και ευημερούσα κοινωνία. Το 1973 [2] είχαμε ήδη θέσει το θέμα της ομοιότητας ανάμεσα στην εξέλιξη των οικοδομικών τεχνικών και την εξέλιξη της συμπεριφοράς: "Καθώς το αστικό περιβάλλον ξανακτίζεται, ολοένα και πιο βεβιασμένα, με σκοπό τον καταπιεστικό έλεγχο και το κέρδος, ταυτόχρονα γίνεται όλο και πιο ευάλωτο και προκαλεί όλο και περισσότερους βανδαλισμούς. Ο καπιταλισμός στο θεαματικό του στάδιο ξανακτίζει τα πάντα ως ψεύτικα και παράγει εμπρηστές. Επομένως το σκηνικό του γίνεται παντού το ίδιο έφλεκτο όσο ένα γαλλικό πανεπιστήμιο".

Η παρουσία των μεταναστών ήδη εξυπηρέτησε πολλούς μεγαλοσυνδικαλιστές, όπου κατήγγηλαν σαν "θρησκευτικές διαμάχες" τις απεργίες ορισμένων εργατών τις οποίες δεν μπορούσαν να ελέγξουν. Μπορούμε να είμαστε σίγουροι πως οι υπάρχουσες εξουσίες θα προωθήσουν την εξάπλωση σε μεγαλύτερη κλίμακα των τύπων σύγκρουσης που έχουμε ήδη δεί εν δράση μέσω "τρομοκρατών (πραγματικών ή όχι) [3], ή μέσω των χούλιγκανς (και δεν μιλάμε μόνο για τους εγγλέζους τέτοιους).

Είναι όμως εύκολα κατανοητό γιατί οι πολιτικοί κάθε απόχρωσης (συμπεριλαμβανομένων των ηγετών του Εθνικού Μετώπου [4]) προσπαθούν να μειώσουν την σημασία του "μεταναστευτικού προβλήματος". Όλα αυτά τα οποία επιθυμούν να διατηρήσουν, τους απαγορεύουν να αναφερθούν στο πρόβλημα άμεσα, στην πραγματική του διάσταση. Ορισμένοι υποκρίνονται πως πιστεύουν πως είναι απλά θέμα να εξαπλωθεί η "αντι-ρατσιστική καλή θέληση", ενώ άλλοι ότι χρειάζεται να αναγνωρίσουμε το μετριοπαθές δικαίωμα στην "δίκαιη ξενοφοβία". Όλοι συμφωνούν στην αντιμετώπιση του θέματος σαν να επρόκειτο για το πλέον σοβαρό από τα κοινωνικά μας προβλήματα -αν όχι το μόνο, ενόσω υπάρχουν τόσα τρομακτικά προβλήματα από τα οποία αυτή η κοινωνία δεν θα καταφέρει να ξεπεράσει.

Το γκέτο του καινούργιου θεαματικού απαρτχάιντ (όχι η τοπική, φολκλορική εκδοχή του στην Νότια Αφρική) είναι ήδη εδώ, στην σημερινή Γαλλία: η πλειοψηφία του πληθυσμού είναι δέσμια, πράγμα που την σοκάρει. Αυτό δεν θα άλλαζε ακόμη και αν δεν υπήρχε ούτε ένας μετανάστης. Ποιός αποφάσισε να κατασκευάσει την Σαρσέλ και την Λε Μιγκέτ, να καταστρέψει το Παρίσι και την Λυόν; [5]. Πράγματι, οι μετανάστες έχουν ανακατευθεί σε αυτή την απαίσια υπόθεση. Αλλά δεν έκαναν τίποτα πέρα από το να ακολουθήσουν επακριβώς τις οδηγίες που τους δώθηκαν: η συνηθισμένη αθλιότητα της μισθωτής εργασίας.

Πόσοι ξένοι ζουν πραγματικά στην Γαλλία; (και όχι με βάση το νομικό καθεστώς τους, το χρώμα τους, ή τα χαρακτηριστικά του προσώπου τους). Μάλλον θα ήταν καλύτερα να ρωτήσουμε: πόσοι Γάλλοι έχουν απομείνει, και που βρίσκονται; (Και τι άραγε χαρακτηρίζει ένα Γάλλο σήμερα;). Γνωρίζουμε ότι το ποσοστό των γεννήσεων μειώνεται. Αποτελεί μήπως έκπληξη; Οι Γάλλοι δεν ανέχονται πλέον τα ίδια τους τα παιδιά. Τα στέλνουν στο σχολείο από τα τρία τους χρόνια, και μέχρι τουλάχιστον τα 16, για να μάθουν αγραμματοσύνη. Όσο για πριν την ηλικία των τριών ετών, ολοένα και περισσότεροι τα βρίσκουν "ανυπόφορα" και τα αντιμετωπίζουν λίγο ή πολύ βίαια. Στην Ισπανία, την Ιταλία, την Αλγερία, ή και ανάμεσα στους Τσιγκάνους, αγαπάνε ακόμη τα παιδιά. Αυτό δεν συνηθίζεται τόσο στην σημερινή Γαλλία. Ούτε οι κατοικίες, ούτε οι δρόμοι είναι κατάλληλοι για παιδιά πλέον (εξ ου και η κυνική κρατική διαφημιστική εκστρατεία με θέμα: "ανοίγοντας την πόλη στα παιδιά"). Από την άλλη, η αντισύλληψη είναι ευρύτατα διαδεδομένη και η έκτρωση νόμιμη. Σχεδόν όλα τα παιδιά στην Γαλλία σήμερα προέκυψαν μετά από απόφαση των γονιών τους. Αλλά όχι ελεύθερη. Ο ψηφοφόρος-καταναλωτής δεν ξέρει τι πραγματικά θέλει. "Επιλέγει" κάτι το οποίο δεν του αρέσει. Η διανοητική του συγκρότηση δεν του επιτρέπει πλέον να θυμάται πως κάποτε θέλησε κάτι όταν βρεθεί απογοητευμένος από το αποκτημά του.

Στα πλαίσια του θεάματος, μια ταξική κοινωνία επιχείρησε συστηματικά να εξαφανίσει την ιστορία. Σήμερα, υποκρίνεται πως λυπάται για το αποτέλεσμα της παρουσίας τόσων μεταναστών, επειδή η Γαλλία "χάνεται"! Είναι για γέλια. Η Γαλλία χάνεται για πολύ διαφορετικούς λόγους, και μάλιστα ταχύτατα, σχεδόν σε κάθε τομέα.

Οι μετανάστες έχουν κάθε δικαίωμα να ζήσουν στην Γαλλία. Αποτελούν εκπροσώπους της αποστέρησης, η οποία είναι σαν στο σπίτι της στην Γαλλία, τόσο διαδεδομένη που καταντά σχεδόν ολική. Οι μετανάστες απώλεσαν την χώρα και τον πολιτισμό τους, και όπως γνωρίζουμε, δεν κατόρθωσαν να βρούν άλλον. Οι Γάλλοι είναι στην ίδια κατάσταση, μονάχα ελάχιστα πιο συγκαλυμένα.

Με την ισοπέδωση ολόκληρου του πλανήτη στην αθλιότητα του νέου περιβάλλοντος, και με την λαθεμένη τους πρόσληψη κάθε θέματος, οι Γάλλοι, οι οποίοι τα δέχθηκαν όλα αυτά αδιαμαρτύρητα (με την εξαίρεση του 1968), δεν έχουν το δικαίωμα να πουν πως έπαψαν να νιώθουν πλέον σαν στο σπίτι τους εξαιτίας των μεταναστών. Σίγουρα, έχουν κάθε λόγο να μην νιώθουν σαν στο σπίτι τους. Αλλά αυτό συμβαίνει επειδή όλοι κατάντησαν μετανάστες στον απαίσιο νέο κόσμο της αλλοτρίωσης.

Θα υπάρξουν άνθρωποι που θα ζούνε στην επιφάνεια της Γής, ακόμη και σε αυτό το μέρος, όταν η Γαλλία θα έχει πλέον εξαφανιστεί. Το μείγμα των εθνικοτήτων που θα κυριαρχήσει είναι δύσκολο να το προβλέψει κανείς, όπως άλλωστε και τον πολιτισμό τους ή ακόμη και τις γλώσσες τους. 

Μπορούμε να διαβεβαιώσουμε ότι το κύριο ζήτημα θα είναι το εξής: αυτοί οι μελλοντικοί λαοί, θα καταφέρουν, μέσω μιας απελευθερωτικής πρακτικής, να κυριαρχήσουν στην σημερινή τεχνολογία η οποία είναι γενικά όργανο εξαπάτησης και αποστέρησης; Ή θα κυριαρχούνται από αυτή με τρόπο ακόμα περισσότερο ιεραρχικό και υποδουλωμένο; Θα πρέπει να αναμένουμε το χειρότερο και να πολεμάμε για το καλύτερο. Η Γαλλία σίγουρα αξίζει τη θλίψη μας. Η θλίψη όμως είναι μάταιη.

(Το κείμενο γράφτηκε από τον Γκυ Ντεμπόρ το 1985. Περιέχεται στην συλλογή "Guy Debord: Oeuvres" των εκδόσεων Gallimard).

- - - -

[1] Ο Λοράν Φαμπιούζ, πρωθυπουργός της Γαλλίας το 1985. Η Φρανσουάζ Καστρό, παραγωγός κινηματογράφου, ήταν η γυναίκα του. Ο Μπερνάρ Ανρύ Λεβύ ήταν ο ιδρυτής της σχολής των "Νέων Φιλοσόφων", οι οποίοι αποκήρυξαν τον Μαρξισμό και τον Σοσσιαλισμό ως αντίδραση ενάντια στα γεγονότα του 1968.

[2] Στην ταινία "Η κοινωνία του Θεάματος"

[3] Η "ψεύτικοι τρομακράτες" αναφέρονται σε παρακρατικούς και πράκτορες μυστικών υπηρεσιών οι οποίοι πληρώνονταν για την εκτέλεση τρομοκρατικών πράξεων που αποδίδονταν σε φανταστικές αριστερές ή άλλες οργανώσεις. Ιδιαίτερα έπαιξαν ρόλο στην Ιταλία της δεκαετίας του '70.

[4] Ακροδεξιό κόμμα του οποίου ηγείται ο Ζαν Μαρύ Λεπέν.

[5] Η Σαρσέλ και η Λε Μινγκέτ είναι δυο από τα "εξωτερικά προάστια" του Παρισιού, κτισμένα στις δεκαετίας του '60 και του '70, αποτελούμενα από γκρίζους μπετονένιους οικισμούς. Η "καταστροφή" του Παρισιού και της Λυών αναφέρεται σε τέτοια φαινόμενα, που περιλαμβάνουν την κατεδάφιση παλαιών κτιρίων για να κτιστούν σύγχρονες πολυκατοικίες στην θέση τους, τον διωγμό της εργατικής τάξης από το αστικό κέντρο προς περιφεριακά προάστια, και την "αναπαλαίωση" και ντισνευλαντοποίηση ιστορικών συνοικιών.


πηγή: http://www.bigfatopinion.net/2007/01/blog-post_20.html

Τετάρτη 26 Αυγούστου 2015

"Φυλή, τάξη και οι αντιφάσεις της αρρενωπότητας" του Daniel Mang























Στο κείμενο αυτό επιχειρείται μια ανάλυση των τρόπων που το φύλο, η φυλή και η τάξη υποστηρίζουν ως σχέσεις εξουσίας η μία την άλλη, εντατικοποιούν και εμπεδώνουν τις ιεραρχίες, καθώς εσωτερικεύονται από τα υποκείμενα που τις φέρουν. Η μυστικοποίηση αυτή, που προϋποθέτει το κοινωνικά αυτονόητο και το αναπαράγει εκ νέου, αποκρύπτει τις σχέσεις εξουσίας. Το κείμενο αμφισβητεί το μοντέλο που αναφέρεται στη συσσώρευση της καταπίεσης, δείχνοντας πως το έθνος είναι έμφυλο και ταξικό, η τάξη έμφυλη και εθνική, το φύλο εθνικό και ταξικό και επιτάσσει την πολιτικοποίηση των θέσεων που καταλαμβάνουν κάθε φορά το κοινωνικό πεδίο προκειμένου να ανατραπούν. qv

Συν-κατασκευή.
Η φυλή, το φύλο και η τάξη είναι χρήσιμο να ενταχθούν σε ένα κοινό θεωρητικό σχήμα, το οποίο δε θα προτάσσει κάποιο από αυτά περισσότερο από τα υπόλοιπα, αλλά ούτε και θα ισοπεδώνει αυτές τις έννοιες ως προς την πολυπλοκότητά τους. Η θεώρηση της φυλής, του φύλου και της τάξης ως ανεξάρτητων εννοιών οδηγεί σε προσθετικά μοντέλα (π.χ. τριπλή καταπίεση) που δεν αποδίδουν επαρκώς τους τρόπους με τους οποίους πολλοί άνθρωποι βιώνουν τη φυλή, το φύλο και την τάξη: ούτε ανεξάρτητα ούτε προσθετικά, αλλά συγχρονισμένα και αλληλοσυνδεόμενα. Οι κοινωνικές κατηγορίες είναι αναγκαίο να αντιμετωπίζονται ως κατηγορίες που συγκροτεί η μία την άλλη, υπό συγκεκριμένες ιστορικές συνθήκες. Επομένως, είναι απαραίτητο να δούμε την αρρενωπότητα ως κάτι που συγκροτεί τη φυλή και την τάξη και ταυτόχρονα συγκροτείται από αυτές.

Συσχετισμός [1],διχοτόμηση.
Η φυλή, το φύλο και η τάξη είναι έννοιες που αλληλοσυσχετίζονται. Στην κατασκευή τους συμμετέχουν οι αναπαραστάσεις και οι υλικές σχέσεις, ενώ η εξουσία αποτελεί δομικό στοιχείο αυτών των κατασκευών. Λέγοντας «έννοιες που αλληλοσυσχετίζονται» εννοώ ότι κατηγορίες όπως λευκοί/μαύροι, άνδρες/γυναίκες, ιεραρχούνται η μία σε σχέση με την άλλη και έτσι αποκτούν νόημα. Οι έννοιες αυτές κατασκευάζονται ως αντιθέσεις, γεγονός που απαιτεί την καταστολή της πολλαπλότητας στο εσωτερικό της κάθε κατηγορίας και την υπερβολική προβολή των διαφορών μεταξύ των κατηγοριών. Αυτές οι αντιθέσεις είναι διχοτομικές μιας και οι δύο πλευρές τους είναι ιεραρχικά τοποθετημένες. Στις φυλετικές, ταξικές και έμφυλες διχοτομήσεις, η κανονικότητα αποδίδεται στην κυρίαρχη κατηγορία, η οποία καθίσταται πλέον «διαφανής»: οι λευκοί «δεν έχουν» φυλή, οι άνδρες «δεν έχουν» φύλο [2]. Αυτές οι διχοτομήσεις δεν είναι σταθερές. Το περιεχόμενο της κυρίαρχης αρρενωπότητας μεταβάλλεται καθώς αυτή αντιπαρατίθεται με τις υποδεέστερες αρρενωπότητες και θηλυκότητες, οι οποίες διαφοροποιούνται στο χώρο και το χρόνο.

Ηγεμονία.
Η ηγεμονία υποδηλώνει την κυριαρχία της μίας κοινωνικής ομάδας πάνω στις άλλες (π.χ. ηγεμονία της αστικής τάξης). Αυτό δε σημαίνει μόνο πολιτικό και οικονομικό έλεγχο, αλλά επίσης την ικανότητα της κυρίαρχης ομάδας να προβάλει τον δικό της τρόπο με τον οποίο αντιλαμβάνεται τον κόσμο, ώστε αυτοί και αυτές που είναι υποδεέστεροι να αποδέχονται αυτόν τον τρόπο ως «κοινή λογική» και ως «φυσικό». Αυτό απαιτεί από τους τελευταίους προθυμία και ενεργητική συναίνεση. Η κοινή λογική μπορεί να ιδωθεί ως ο τρόπος με τον οποίο η υποδεέστερη ομάδα βιώνει την υποτέλειά της. Υπάρχει ένας συνεχής αγώνας για ηγεμονία, που διαδραματίζεται μεταξύ των διαφορετικών κοινωνικών ομάδων. Προτείνω να αναλυθεί η συγκρότηση της αρρενωπότητας εντός του πλαισίου των κοινωνικών συγκρούσεων για ηγεμονία.

Αγώνες για την αναπαράσταση.
Μία πλευρά αυτών των συγκρούσεων είναι ο αγώνας για την αναπαράσταση. Ενώ υπάρχουν ηγεμονικές αναπαραστάσεις, όπως αυτή του άντρα της αστικής τάξης, υπάρχουν ταυτόχρονα και υποδεέστερες ομάδες που συχνά προσπαθούν να προβάλουν την δική τους αναπαράσταση, παρόλο που έχουν λιγότερες πιθανότητες να επιβάλουν την δική τους οπτική στα πράγματα. Για παράδειγμα, οι άνδρες της εργατικής τάξης προσπαθούν να προβάλουν απαξιωτικές αναπαραστάσεις των ανδρών της αστικής τάξης, με σκοπό να εξουδετερώσουν την υποτίμησή τους από την ηγεμονική αναπαράσταση [3]. Θα μπορούσε η δυναμική αυτή να περιγραφεί ως μια διαμάχη για προσδιορισμό, όπου άτομα και ομάδες παλεύουν για εξουσία και αυτοεκτίμηση, αποδίδοντας στερεότυπα η μία στην άλλη, αποδίδοντας συγκεκριμένα χαρακτηριστικά. Κατά συνέπεια, υποτιμώντας ή υπερεκτιμώντας τους άλλους, δαιμονοποιώντας ή εξιδανικεύοντάς τους, καθησυχάζουν με τον τρόπο αυτόν τους δικούς τους φόβους, ή αδρανοποιούν τις δικές τους συναισθηματικές αμφιθυμίες και αντιφάσεις, εξυψώνοντας ή υποτιμώντας τον εαυτό τους. Μέσα από αυτούς τους αγώνες αναδύεται μια ιεραρχική δομή, δυναμική, αντιφατική, αλλά παρόλα αυτά σταθερή, η οποία ρυθμίζει την απόδοση της κοινωνικής αξίας και τη διανομή της εκτίμησης, η οποία καθιστά ορισμένες εργασίες, ορισμένα βάσανα, ορισμένες επιθυμίες ορατές και άλλες αόρατες. Ένα κεντρικό στοιχείο αυτής της δυναμικής είναι η εσωτερικευμένη απαξίωση, όπου άνθρωποι από μη προνομιούχες ομάδες εσωτερικεύουν αρνητικά στερεότυπα του εαυτού τους, με τη μορφή της ντροπής και του αυτό-μίσους.

Αποκειμενοποίηση [4], εξάρτηση, αμφιθυμία.
Μία κεντρική έννοια για την κατανόηση της αντιφατικής συγκρότησης της αρρενωπότητας θα μπορούσε να είναι η αποκειμενοποίηση. Χρησιμοποιώ αυτή τη λέξη, που έχει ψυχαναλυτική προέλευση, με τρόπο που σκοπίμως παραβλέπει τη διάκριση μεταξύ κοινωνικού και ψυχολογικού. Κάτι από το οποίο εξαρτάται κάποιος αποκειμενοποιείται: η οικιακή εργασία γίνεται αόρατη, τα αγόρια αρνούνται την ταύτιση με την μητέρα τους, οι πόρνες περιορίζονται σε συγκεκριμένες περιοχές…

Η αποκειμενοποίηση παράγει αμφιθυμία. Η απαξίωση συνοδεύεται πάντα από την εξιδανίκευση και τη σαγήνη που σου ασκεί αυτό το οποίο απαξιώνεις [5]. Το να δυσφημείς κάποιον ή κάποια ομάδα σημαίνει ότι προβάλλεις κάποιες πραγματικές ή φανταστικές αρνητικές ιδιότητες από εσένα ή την ομάδα σου, στους άλλους. Αυτό σημαίνει ότι, στο πλαίσιο της παραγωγής μιας ενήλικης, αυτο-ελεγχόμενης, αστικής υποκειμενικότητας, που αρνείται κάποιες από τις πιο θεμελιώδεις ανθρώπινες παρορμήσεις και αρνείται να δεχτεί τη σωματικότητα, την εξάρτηση και τη δημιουργία δεσμών, οι άνθρωποι παραμένουν προσκολλημένοι σε ένα διχασμό, αρνούμενοι πλευρές του εαυτού τους. Και όσο περισσότερη ενέργεια επενδύεται στη διαδικασία του διχασμού, τόσο μεγαλώνει η γοητεία αυτού που έχει αποκειμενοποιηθεί.

Με άλλα λόγια, ο καταπιεστής ή το μέλος μιας προνομιούχας ομάδας που μισεί και φοβάται τους άλλους (τους μαύρους, τις πόρνες, τους προλετάριους...) παραμένει δεμένος με αυτούς με ασυνείδητους δεσμούς. Ακόμα και ο πιο σκληρός λευκός ρατσιστής νιώθει, αν και ασυνείδητα, ότι δεν θα μπορούσε ποτέ χωρίς τους μαύρους, και ο πιο μισογύνης άνδρας νιώθει, αν και ασυνείδητα, ότι δεν θα μπορούσε ποτέ χωρίς τις γυναίκες. Αυτή ακριβώς η ασυνείδητη γνώση της όχι μόνο οικονομικής (με την παραδοσιακή έννοια της λέξης) αλλά και πολιτικής, και συνάμα τρυφερής, εξάρτησής τους από τον Άλλο, είναι που συχνά οδηγεί μέλη των κυρίαρχων ομάδων σε μια μανία άρνησης της εξάρτησης και της συνάφειας.

Η εγγενώς αντιφατική φύση της αρρενωπότητας και το αίσθημα της ανεπάρκειας ως κινητήρια δύναμη.
Προτείνω μια ανάλυση της δυναμικής της αρρενωπότητας, την οποία θεωρώ εκ των προτέρων φυλετική και ταξική, σε σχέση με τη διχοτόμηση σώματος και πνεύματος, συναισθήματος και λογικής. Αυτό παράγει μια εννοιολόγηση της αρρενωπότητας ως εγγενώς αντιφατικής. Αυτή η αντίφαση μπορεί να θεωρηθεί ως η κινητήρια δύναμη της πατριαρχίας, η δυναμική που διατηρεί τους άνδρες στην τσίτα. Η αρρενωπότητα από τη μια σχετίζεται με τη λογική και το πνεύμα -όχι μόνο στη Δύση αλλά και σε πολλές άλλες περιοχές του κόσμου- ενώ από την άλλη, ως μία κατηγορία φύλου, είναι δεμένη με το σώμα, και εκφράζεται κυρίως μέσω του σώματος και των συναισθημάτων του. Αυτό το παράδοξο σύνολο σχέσεων καθιστά αδύνατο σε οποιοδήποτε ανθρώπινο ον να αποτελέσει το τέλειο παράδειγμα αρρενωπότητας. Πιστεύω ότι η καταστροφική δυναμική των πατριαρχικών κοινωνιών καθορίζεται σε μεγάλο βαθμό από το γεγονός ότι η αρρενωπότητα γίνεται αντιληπτή ως θεμελιωδώς ελλιπής, ανασφαλής και απειλούμενη. Όση προσπάθεια και αν καταβάλει ένα άτομο διεκδικώντας την αρσενική/ανδρική κοινωνικότητα, το μέγεθος της βίας που μπορεί να ασκήσει κατά τη διαδικασία αυτή εναντίον του εαυτού του και των άλλων, δεν έχει τέλος: η ζωή είναι αγώνας ενάντια στην μη-αρρενωπότητα του εαυτού και όλων αυτών που την αντιπροσωπεύουν.

Η άρθρωση των διχοτομιών σώματος/πνεύματος, συναισθήματος/λογικής με τη φυλή και την τάξη.
Στα πλαίσια αυτής της κοινωνικής λογικής, η μοντέρνα ετεροφυλόφιλη μεσοαστική λευκή αρρενωπότητα τείνει να είναι ελλιπής γιατί είναι «πολύ μακριά», αποξενωμένη από το αίμα, το πάθος και τη σωματικότητα. Κατά τη γνώμη μου, αυτό εξηγεί τη συχνά αποκηρυγμένη γοητεία που ασκούν σε πολλούς «νηφάλιους», μορφωμένους άνδρες των μεσαίων και ανώτερων τάξεων, οι εικόνες «ωμής» φυσικής δύναμης, σθένους και άγριας, «ζωώδους» αρσενικότητας. Η μεγάλη δημοτικότητα της Gangsta Rap σε νέους άνδρες της λευκής μεσαίας τάξης στις ΗΠΑ είναι απλά ένα παράδειγμα του πώς η ηγεμονική αρρενωπότητα θρέφεται καταναλώνοντας αναπαραστάσεις υποδεέστερων αρρενωποτήτων. Οι δε άνδρες της μεσαίας τάξης νιώθουν περισσότερο ελλειμματικοί απ’ ότι οι άνδρες των ανώτερων τάξεων σε σχέση με την αρρενωπότητά τους, μιας και δε μπορούν να αντισταθμίσουν αυτή την έλλειψη μέσω του πλούτου και της δύναμης (όπως οι τελευταίοι).

Στα πλαίσια της κυρίαρχης κοινωνικής λογικής, οι υποδεέστερες αρρενωπότητες είναι επίσης ελλιπείς, εν τούτοις με έναν πολύ διαφορετικό τρόπο απ’ ό, τι η λευκή και/ή μεσαίας και ανώτερης τάξης αρρενωπότητα. Κάποιες κατηγορίες κατώτερων ανδρών θεωρούνται ως «εκθηλυμένοι» σε ορισμένες ή σε όλες τις πτυχές της ύπαρξής τους- το πιο αντιπροσωπευτικό τέτοιο παράδειγμα είναι οι θηλυπρεπείς γκέι άνδρες. Άλλοι, όπως οι (ετεροφυλόφιλοι) αφροαμερικάνοι των ΗΠΑ, αναπαρίστανται ως υπερ-αρρενωποί με διάφορους τρόπους. Ταυτόχρονα, η αναπαράστασή τους είναι ελλιπώς αρρενωπή επειδή περιέχει «πολύ» από το φυσικό, το ζωώδες κλπ. Η φαντασίωση για τη σεξουαλικότητα των μαύρων ανδρών είναι πως πρόκειται για μια περισσότερο ικανή, άρα και πιο αρρενωπή σεξουαλικότητα. Αλλά το να είσαι μια έμφυλη ύπαρξη σημαίνει μια ύπαρξη λιγότερο ορθολογική, λιγότερο αυτόνομη, λιγότερο ελεγχόμενη, επομένως λιγότερο αρρενωπή. Οι αναπαραστάσεις για τους άνδρες της Άπω Ανατολής, από την άλλη, λειτουργούν διαφορετικά: στον δυτικό Λόγο, οι ιάπωνες και οι κινέζοι παραδοσιακά απεικονίζονται ως δουλοπρεπείς και θηλυπρεπείς. Η έλλειψη ατομισμού, τους χαρακτηρίζει ως λιγότερο άνδρες από μια δυτική σκοπιά, τους λείπει η αύρα της ανεξαρτησίας που είναι τόσο κεντρική για τις δυτικές εικόνες του ιδανικού άνδρα. Πολλές μοντέρνες δυτικές αναπαραστάσεις για τους ασιάτες τους περιγράφουν ως υπερδιανοούμενους, συνεσταλμένους και ασεξουαλικούς [6]. Η εβραϊκή αρρενωπότητα είναι πάλι, μια άλλη περίπτωση. Στον παραδοσιακό αντισημιτικό λόγο, ο εβραίος είναι πάντα καβλωμένος, πάντα έτοιμος να αποπλανήσει μια αθώα μη-εβραία, αλλά την ίδια στιγμή του λείπει η σεξουαλική ικανότητα/ισχύ. Ο εβραίος άνδρας δεν σεξουαλικοποιείται με τον ίδιο τρόπο που αυτό συμβαίνει για τον αφρικανό ή τον άνδρα των νησιών του ειρηνικού, και αυτό όχι γιατί είναι πλησιέστερα στη φύση από τον λευκό μη εβραίο, όπως είναι οι αφρικανοί, αλλά γιατί είναι, αντιθέτως, πιο μακριά! Για τον αντισημίτη ο εβραίος συμβολίζει όλα τα κακά της μοντερνικότητας, ανάμεσα στα οποία περιλαμβάνονται ο εκφυλισμός, η ανηθικότητα και η υπερβολή της μοντέρνας αστικής ζωής...

Μετα-Αποικιακές Αρρενωπότητες.
Η ιεράρχηση της ανθρωπότητας έχει, και πάντα είχε, έμφυλες και σεξουαλικές συνιστώσες που είναι άρρηκτα συνδεδεμένες με άλλες συνιστώσες όπως οι εθνικές, οι εθνοτικές και οι φυλετικές. Η λογική της πατριαρχίας συνεπάγεται ότι η αποικιακή, νεο-αποικιακή και ιμπεριαλιστική απαξίωση των πληθυσμών θα εκφραζόταν μέσω της συμβολικής θηλυκοποίησης των ανδρών των κυριαρχούμενων ομάδων. Μια θηλυκοποίηση που μπορούσε φυσικά να πάρει πολλές και διαφορετικές μορφές. Η ηγεσία των βρετανών στρατιωτικών του 19ου αιώνα για παράδειγμα, θεωρούσε ότι οι εθνοτικές ομάδες των Σιχ και των Γκούρκα ήταν κατώτερες εκ φύσεως από τους ίδιους (που ήταν μέλη της άρχουσας φυλής) και ότι χρειάζονταν καθοδήγηση από τον λευκό άνδρα κλπ. Συγχρόνως όμως τους σέβονταν ως ανδροπρεπείς φυλές πολεμιστών, ενώ θεωρούσαν σχεδόν όλους τους υπόλοιπους πληθυσμούς της περιοχής θηλυπρεπείς και ανώριμους υπ-ανθρώπους. Στην απόδοση έμφυλων συμβολισμών στους υποτελείς πληθυσμούς από την αποικιοκρατία και τον ιμπεριαλισμό δυο τάσεις διασταυρώνονται και συνδυάζονται: από τη μια, η τάση απαξίωσης με τους όρους της θηλυκοποίησης κι από την άλλη η τάση που ανέφερα παραπάνω, δηλαδή η αντιμετώπιση των ανδρών των υποδεέστερων ομάδων ως εκπροσώπων μιας αυθεντικής αρρενωπότητας: φυσικής, παθιασμένης, σωματικής...αρρενωπότητας. Λόγω λοιπόν αυτού το έμφυλου και σεξουαλικοποιημένου φορτίου των εθνικών, εθνοτικών και φυλετικών στερεοτύπων, η αντι-αποικιοκρατική και αντι-ρατσιστική αντίσταση είναι αναπόφευκτα διανοήσιμη εκ μέρους της ομάδας ως μια προσπάθεια επανάκτησης της αρρενωπότητας. Μιας αρρενωπότητας που είχε συμβολικά αφαιρέσει ο ξένος καταπιεστής. Πολλά από τα αρσενικά μέλη τέτοιων καταπιεσμένων ομάδων βιώνουν τον αντι-αποικιοκρατικό και αντι-ρατσιστικό αγώνα σαν την εκ νέου κατάκτηση της απαλλοτριωμένης, από τον εισβολέα, αρρενωπότητάς τους.

Ο κεντρικός ρόλος που έχουν οι ετεροσεξιστικοί και μισογυνικοί μύθοι της αρρενωπότητας στον λόγο και την πρακτική πολλών ανδρών που εξεγείρονται ενάντια στην αποικιοκρατία και το ρατσισμό αποτελεί, κατά τη γνώμη μου, τόσο αντίδραση στη συμβολική θηλυκοποίηση, όσο και προϊόν του βαθιά ετεροσεξιστικού και αρσενικού χαρακτήρα του εθνικισμού- αυτής της επινόησης της μοντέρνας Ευρώπης που μέχρι και σήμερα παραμένει το αδιαμφισβήτητο σχήμα μέσα από το οποίο παράγονται τα συλλογικά υποκείμενα.

Οι αντιδραστικές και εθνικοποιημένες «αρρενωπότητες που διαμαρτύρονται» μπορούν με τη σειρά τους να χρησιμοποιηθούν για την καπιταλιστική εκμετάλλευση της διαφοράς. Η εκμετάλλευση αυτή περιλαμβάνει την πολιτισμική κατανάλωση του Άλλου γενικά αλλά και την περιοδική ανανέωση της ηγεμονικής αρρενωπότητας ειδικά. Ιδιαίτερα δε, απ’ τη στιγμή που η απειλή προς τη σταθερότητα του ρατσισμού και του καπιταλισμού, την οποία προέβαλλαν τα πραγματικά κοινωνικά κινήματα που παρήγαγαν αυτές τις αρρενωπότητες, έχει αποδυναμωθεί από τον κατάλληλο συνδυασμό ενσωμάτωσης και καταστολής.

Η κατανάλωση του Άλλου, ή Πολιτισμικός Κανιβαλισμός.
Πλευρές άλλων, υποδεέστερων αρρενωποτήτων χρειάζεται να ενσωματωθούν εκ νέου στα υπό εξέλιξη εγχειρήματα ηγεμονικής αρρενωπότητας. Φυσικά χωρίς να κάνουν συμβιβασμούς σε σχέση με τον αρσενικό ορθολογισμό, τον αρσενικό έλεγχο και την αρσενική αυτονομία. Αυτή η αναπαραγωγή της κυρίαρχης αρρενωπότητας μπορεί να πάρει πολλές διαφορετικές μορφές. Η κατανάλωση εικόνων υποδεέστερων αρρενωποτήτων και η απόλαυση που προκαλείται μέσω της ταύτισης, είναι οπωσδήποτε μία από αυτές. Πιστεύω πως αυτού του τύπου η τροφοδότηση της ηγεμονικής αρρενωπότητας είναι τμήμα ευρύτερων κοινωνικών διαδικασιών στο πλαίσιο των οποίων, κοινωνικά υποτελείς και/ή περιθωριοποιημένες ομάδες αποτελούν, συμβολικά και πολιτισμικά, αντικείμενο εκμετάλλευσης στηρίζοντας έτσι τις διεκδικήσεις για συλλογική συναισθηματική σταθερότητα των προνομιούχων ομάδων. Ιδανικά, αυτές οι μορφές πολιτισμικής και συμβολικής εκμετάλλευσης θα έπρεπε να αναλυθούν σε σχέση με άλλους τύπους εκμετάλλευσης: σεξουαλικής, συναισθηματικής, οικονομικής.

Συμπέρασμα
Μια κριτική σχετικά με το πώς οι κατηγορίες φύλου ομογενοποιούν και αποκλείουν θα έπρεπε να αποτελέσει μέρος του «εγχειρήματος» των ανδρικών ομάδων και των αντισεξιστών ανδρών που δουλεύουν σε μικτά περιβάλλοντα -πολύ περισσότερο απ’ όσο ήταν, καθ’ όσον γνωρίζω, στο παρελθόν. Κατά τη γνώμη μου, αυτό σημαίνει πρώτα απ’ όλα, το να αντιμετωπιστούν οι διαφορές μεταξύ των ανδρών. Για παράδειγμα, όταν μιλάμε για «ομάδες ανδρών, κίνημα ανδρών», ο όρος «άνδρας» προκαλεί το συνειρμό «λευκός ετεροφυλόφιλος άνδρας της νέας (μεσο)αστικής τάξης» -αυτό πρέπει να ιδωθεί ως πρόβλημα και να ληφθεί σοβαρά υπόψη. Ομάδες λευκών αστών ετεροφυλόφιλων θα έπρεπε να αυτοπροσδιορίζονται ως τέτοιες ή κάπως σχετικά, και όχι απλώς να αποκαλούνται «ομάδες ανδρών».

Το ζήτημα της ταξικής διαφοράς και η συζήτηση γύρω από τους διαφορετικούς τύπους αρρενωπότητας (κατώτερη, συνεργάσιμη, ηγεμονική) πρέπει να αποκτήσει πιο κεντρικό χαρακτήρα. Είναι απαραίτητη η προσπάθεια για την επανεκκίνηση του διαλόγου μεταξύ ετεροφυλόφιλων, αμφι και γκέι ανδρών του κινήματος. Ένα άλλο τεράστιο πρόβλημα είναι, φυσικά, η στενότητα του «εθνοτικού φάσματος» των «παραδοσιακών» ανδρικών ομάδων αλλά και του κινηματικού χώρου από τον οποίο προέκυψαν, καθώς επίσης και η υποβάθμιση του ζητήματος της εθνοτικής ταυτότητας από στοιχείο της πρακτικής τους. Οι διαφορές μεταξύ των ανδρών από διαφορετικά εθνοτικά περιβάλλοντα και το ενδεχόμενο συναισθηματικού τραυματισμού όταν η επικοινωνία επιχειρείται δια μέσου τέτοιων διαχωρισμών θα έπρεπε επίσης να ληφθεί υπόψη περισσότερο απ’ ότι στο παρελθόν. Μια προϋπόθεση για καλύτερη επικοινωνία μεταξύ των λευκών ανδρών της πλειοψηφίας του πληθυσμού και των ανδρών μεταναστών θα ήταν να αντιμετωπίσουν, οι πρώτοι, με ειλικρίνεια, τον εσωτερικευμένο ρατσισμό και τα αντισημιτικά στερεότυπα, τις εικόνες των «άλλων ανδρών» και την τάση να προβάλλουν «κακές», αποκηρυγμένες και διχασμένες πτυχές του εαυτού τους, στους «άλλους άνδρες».

[1] σ.τ.qv. Η έννοια του συσχετισμού (relationality) αναφέρεται στους τρόπους με τους οποίους οι άνθρωποι σχετίζονται μεταξύ τους και δίνουν νόημα στις καθημερινές τους επαφές και αποφάσεις. Έχει ως αφετηρία τη συνάφεια και το συσχετισμό (τη σημασία του «ανήκειν» σ’ ένα ευρύτερο σύνολο), σε αντιδιαστολή με τις προσεγγίσεις του ατομικισμού.

[2] σ.τ.qv. Το «διαφανής» περιγράφει το πώς η κυρίαρχη κατηγορία έχοντας τη θέση του κατεξοχήν υποκειμένου οριοθετείται μέσω της κατάταξης και ανάλυσης των αντικειμενοποιημένων Άλλων έτσι ώστε να μη μιλάει για τον εαυτό της παρά μόνο μέσω εκείνων που αποκλείονται από αυτή. Έτσι ο ρατσιστικός λόγος περιγράφει και κατηγοριοποιεί αναλυτικά τον «μαύρο» ή τον «ασιάτη» ως αποκλίσεις απ’ τον κανονικό και άρα αυτονόητα υπερέχων λευκό, αποδίδοντάς τους χαρακτηριστικά, πλεονεκτήματα ή μειονεκτήματα που άξονα τους έχουν τον υποθετικά αξιολογικά ουδέτερο λευκό άνδρα. Με τον τρόπο αυτό ο λευκός άνδρας δεν διεκδικεί ορατότητα στο δημόσιο χώρο αφού η παρουσία του είναι αυτονόητη, άρα «διαφανής», σε αντίθεση με τον μη-λευκό που η δημόσια παρουσία του ελέγχεται και αποτελεί αντικείμενο συνεχούς έρευνας. Κάτι τέτοιο δε συμβαίνει απλά στις ευρωπαϊκές ή βορειοαμερικανικές κοινωνίες όπου οι λευκοί υπερέχουν αριθμητικά, αλλά οπουδήποτε ο ρατσισμός αποτελεί ενεργή σημασία της πολιτικής ζωής. Αντίστοιχα στην ετεροσεξιστική κοινωνία ο στρέιτ άνδρας είναι «διαφανής» ως κυρίαρχη κατηγορία ακόμη και σε ένα γκέι μπαρ.

[3] σ.τ.qv. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, για την ελληνική περίπτωση, μιας τέτοιας αναπαράστασης, υπάρχει στο τραγούδι Gucci Φόρεμα του Μαζωνάκη. Στους στίχους του τραγουδιού αναφέρεται: "Αν δε σ’ αρέσει το αμάξι μου μη σώσεις ποτέ / πάρε το βουτυρόπαιδο απ’ την Κηφισιά με BMW / που λέει το βράδυ πριν ξαπλώσει καληνύχτα μαμά / και παριστάνει τον τυπά με τα λεφτά του μπαμπά / πάρε αυτόν, θα φας καλά, με μαμά και μπαμπά / κήπο, πισίνα και λεφτά / να του αλείφεις βούτυρο στο ψωμί / και κατά τ’ άλλα εσύ να ζεις μες στη μεγάλη χλιδή".

[4] σ.τ.qv. Η έννοια της αποκειμενοποίησης προέρχεται από την ψυχανάλυση, ενώ υπήρξε κεντρική στο έργο της Julia Kristeva. Αναφέρεται σε αυτό που η Kristeva θεωρεί ως πρωταρχική δύναμη απόρριψης, η οποία κατευθύνεται στη φιγούρα της μητέρας, ακριβώς επειδή από αυτήν υπάρχει θεμελιώδης εξάρτηση. Η έννοια της αποκειμενοποίησης χρησιμοποιήθηκε και από την κοινωνική θεωρία. Έναν ορισμό της κριστεβικής έννοιας του αποκειμένου βρίσκουμε στο κείμενο της Αθηνάς Αθανασίου, «Αναζητώντας τη σημειωτική χώρα: ετερότητα, αποστροφή και ο τρόμος του εκ-τοπισμένου υποκειμένου»: «Αποκείμενο» είναι αυτό που εκπίπτει ή αποβάλλεται από την κοινωνική ορθολογικότητα του συμβολικού συστήματος, η μιαρή ύλη που εκδιώκεται με τρόμο και αποστροφή από το σώμα ως ριζική και εκφυλισμένη ετερότητα, παγιώνοντας έτσι έναν ασφαλή, σταθερό και ακέραιο εαυτό» [Αθηνά Αθανασίου, Ζωή στο όριο: Δοκίμια για το σώμα, το φύλο και τη βιοπολιτική, 2008, σ. 97].

[5] σ.τ.qv. Σαν παράδειγμα κατανόησης της φράσης αυτής παραθέτουμε ένα απόσπασμα από το Αβεσσαλώμ, Αβεσσαλώμ! του Φώκνερ, όπου σκιαγραφεί με γλαφυρότητα την αντίφαση σαγήνης και απαξίωσης που δημιουργεί η σχέση με αυτό που απαξιώνεις. 
«Γιατί δεν ήταν το όνομα, η λέξη, το γεγονός ότι με φώναξε Ρόζα. Όταν ήμαστε παιδιά έτσι με φώναζε, όπως εκείνους τους φώναζε Χένρυ και Τζούντιθ –ήξερα πως ακόμα και τώρα εξακολουθούσε να φωνάζει τη Τζούντιθ (και τον Χένρυ όταν μίλαγε γι’ αυτόν) με το μικρό της όνομα. Και θα μπορούσε πολύ φυσικά να εξακολουθεί να με φωνάζει κι εμένα Ρόζα, μια και για όσους γνώριζα ήμουν ακόμα παιδί. Μα δεν ήταν αυτό. Δεν εννοούσε καθόλου αυτό- μάλιστα, όσο κράτησε εκείνη η στιγμή που στεκόμαστε πρόσωπο με πρόσωπο (εκείνη η στιγμή πριν το σώμα μου που συνέχιζε να προχωράει περάσει ξυστά από δίπλα της και φτάσει στη σκάλα) μου ’δειξε περισσότερη ευγένεια και σεβασμό απ όσο κάθε άλλος που γνώριζα- το ξερα πως από τη στιγμή που μπήκα από ’κείνη την πόρτα, τουλάχιστον για κείνην δεν ήμουνα παιδί. «Ρόζα;», φώναξα. «Σε μένα; Κατάμουτρα;» Τότε μ’ άγγιξε, και τότε πάγωσα. Ίσως και τότε ακόμα το σώμα μου να μη σταμάτησε, μια και μου φάνηκε σαν να ’σπρωχνε ακόμα στα τυφλά το στέρεο κι ωστόσο ασύλληπτο βάρος (το όχι δικό της: εκείνη δεν ήταν παρά όργανο- επιμένω σ’ αυτό) εκείνης της θέλησης να μου φράξει το δρόμο προς τη σκάλα- ίσως ο ήχος της άλλης φωνής, η μια λέξη που ειπώθηκε στο κεφαλόσκαλο από πάνω μας, είχε κιόλας ακουστεί και μας είχε χωρίσει πριν ακόμα αυτό (το σώμα μου) σταματήσει. Δεν ξέρω. Ξέρω μόνο πως η ύπαρξή μου ολάκερη σα να ‘πεσε με τυφλή φόρα πάνω σε κάτι τερατώδες κι ακίνητο, μ’ ένα φοβερό τράνταγμα που τόσο γρήγορο και τόσο σύντομο δε μπορούσε να ‘ναι μόνο κατάπληξη και αγανάκτηση για κείνο το μαύρο απαγορευτικό και αδείλιαστο χέρι πάνω στη λευκή γυναικεία σάρκα μου. Γιατί υπάρχει κάτι στο άγγιγμα της σάρκας με σάρκα που καταργεί, που διασχίζει κοφτά κι άμεσα τα στριφτά λαβυρίνθινα κανάλια των διαχωρισμών της ευπρέπειας, που οι εχθροί καθώς κι οι εραστές το ξέρουν γιατί αυτό τους φτιάχνει και τους δύο- άγγιγμα κι άγγιγμα αυτού που είναι το προπύργιο της προσωπικής περιοχής του κεντρικότερου Είμαι: όχι πνεύμα, ψυχή- το μέθυσο και ξέζωστο μυαλό είναι στου καθενός τη διάθεση σε κάθε σκοτεινιασμένο διάδρομο τούτης της γήινης νομής. Ας αγγίξει όμως σάρκα σάρκα, και θα δεις να καταρρέουν όλα τα συνθήματα κάστας και χρώματος που δεν είναι άλλο από τσόφλια. Ναι, πάγωσα- όχι γυναίκας χέρι, όχι νέγρας χέρι, μα σκληρό χαλινάρι που ελέγχει κι οδηγεί την άγρια και αλύγιστη θέληση- φώναζα όχι σ’ αυτήν, σ’ αυτό- σ’ αυτό μιλούσα μέσα από τη νέγρα, τη γυναίκα, μόνο εξαιτίας της έκπληξης που ακόμα δεν ήταν αγανάκτηση γιατί γρήγορα θα γινότανε φρίκη, μην περιμένοντας και μην παίρνοντας απάντηση γιατί κι οι δυο ξέραμε πως δε μιλούσα σε κείνη: «Παρ’ το χέρι σου από πάνω μου, αράπω!»

[6]σ.τ.qv. Η όπερα Madame Butterfly αποτελεί μια κλασική αναπαράσταση ενός ετεροφυλόφιλου έρωτα, ανάμεσα σε έναν αμερικάνο στρατιωτικό και μια γιαπωνέζα. Στην ιστορία αυτή παρακολουθούμε την ασιατική θηλυκότητα να σαγηνεύεται από την δυτική αρρενωπότητα και αντίστροφα. Στην ταινία Madame Butterfly του Κρόνενμπεργκ, παρακολουθούμε μία «πειραγμένη» εκδοχή της αναπαράστασης αυτής. Μεταφερμένο από την ιαπωνία στην κίνα, το επικό straight story ανατρέπεται επανειλημμένα στην ταινία του Κρόνενμπεργκ, καθώς τα όρια των φύλων θολώνουν και παρουσιάζονται ως μεταβλητά. Το ίδιο ευμετάβλητα άραγε θα μπορούσαμε να θεωρήσουμε και τα όρια της φυλής; Θα είχε νόημα για παράδειγμα, μια άλλη «πειραγμένη» εκδοχή ετεροφυλόφιλου ρομαντικού έρωτα ανάμεσα σε έναν κινέζο επιχειρηματία και μια λευκή αμερικανίδα μαζορέτα;

πηγή: http://www.qvzine.net/qv4/no03.html#1

Πέμπτη 9 Ιουλίου 2015

John Holloway – Η Κριτική Σκέψη απέναντι στη Λερναία Ύδρα του καπιταλισμού























Ομιλία του Τζον Χόλογουεϊ στο ζαπατιστικό συνέδριο Η Κριτική Σκέψη απέναντι στη Λερναία Ύδρα του καπιταλισμού, CIDECI-Unitierra, Σαν Κριστόμπαλ, Τσιάπας, Μεξικό (3-9 Μαΐου 2015)


Είναι τιμή και χαρά να βρίσκομαι εδώ. Νιώθω πως θέλω να χορέψω, αλλά δεν θα το κάνω, θα επικεντρωθώ σε αυτό που μας ζήτησαν. Θα μιλήσω για την κριτική σκέψη και θα εξηγήσω πώς μπορούμε να σκοτώσουμε τη λερναία ύδρα του καπιταλισμού. Γι’ αυτό πρόκειται: μιλάμε για λερναία ύδρα όχι για να νιώσουμε τρόμο, αλλά για να σκεφτούμε πώς θα τη νικήσουμε. Ο μύθος της λερναίας ύδρας είχε ευτυχισμένο τέλος. Αντίστοιχα, κι εμείς πρέπει να φτάσουμε σε ένα αίσιο τέλος. Κριτική σκέψη θεωρώ όχι τη σκέψη της καταστροφής, αλλά εκείνη που ψάχνει την ελπίδα σε έναν κόσμο όπου μοιάζει να μην υπάρχει ελπίδα. Κριτική σκέψη είναι αυτή που ανοίγει το κλειστό και ταρακουνάει το σταθερό. Είναι η προσπάθεια να κατανοήσουμε την καταιγίδα αλλά και κάτι παραπάνω, να καταλάβουμε ότι στο κέντρο της καταιγίδας υπάρχει κάτι που μας ανοίγει δρόμους προς άλλους κόσμους.

Η καταιγίδα έρχεται, ή καλύτερα βρίσκεται ήδη εδώ και συνεχώς δυναμώνει. Έχουμε ένα όνομα για την καταιγίδα που είναι εδώ: Αγιοτσινάπα[1]. Η Αγιοτσινάπα ως φρίκη αλλά και ως σύμβολο πολλών άλλων φρικαλεοτήτων, η Αγιοτσινάπα ως συμπυκνωμένη έκφραση του Δ’ παγκοσμίου πολέμου[2].

Από πού έρχεται η καταιγίδα; Όχι από τους πολιτικούς – αυτοί είναι απλώς οι εκτελεστές της καταιγίδας. Ούτε από τον ιμπεριαλισμό, αφού δεν είναι παράγωγο των κρατών, oύτε καν των πιο ισχυρών. Η καταιγίδα προέρχεται από τη μορφή με την οποία είναι οργανωμένη η κοινωνία. Είναι έκφραση της απόγνωσης, της ευθραυστότητας και της αδυναμίας μιας μορφής κοινωνικής οργάνωσης που ξεπέρασε πλέον την ημερομηνία λήξης της, είναι έκφραση της καπιταλιστικής κρίσης. Το κεφάλαιο είναι από μόνο του μια συνεχής επίθεση. Μας λέει καθημερινά: «Πρέπει να βάλεις σε συγκεκριμένο καλούπι αυτό που κάνεις. Η μόνη έγκυρη δραστηριότητα σε αυτή την κοινωνία είναι αυτή που στηρίζει την εξάπλωση της κερδοφορίας του κεφαλαίου».

Η επίθεση του κεφαλαίου έχει μια δυναμική. Για να επιβιώσει, πρέπει να υποτάσσει τη δική μας δραστηριότητα στη λογική του κέρδους, κάθε μέρα και πιο εντατικά: «Σήμερα πρέπει να δουλέψεις πιο γρήγορα από χθες, σήμερα πρέπει να σκύψεις το κεφάλι περισσότερο από χθες».

Αυτό ήδη μας δηλώνει την αδυναμία του κεφαλαίου. Το κεφάλαιο εξαρτάται από εμάς, από το αν θέλουμε ή αν μπορούμε να αποδεχτούμε αυτό που μας επιβάλλει. Εάν πούμε «Συγνώμη, αλλά σήμερα θα καλλιεργήσω το χωράφι μου» ή «Σήμερα θα παίξω με τα παιδιά μου» ή «Σήμερα θα κάνω κάτι που έχει νόημα για μένα» ή απλώς «Όχι, δεν θα υποκύψουμε», τότε το κεφάλαιο δεν μπορεί να αντλήσει το απαιτούμενο κέρδος, το ποσοστό κέρδους πέφτει και το κεφάλαιο περιέρχεται σε κρίση. Με άλλα λόγια, εμείς είμαστε η κρίση του κεφαλαίου, η δική μας άρνηση υποταγής, η δική μας αξιοπρέπεια και ανθρωπιά. Εμείς, ως κρίση του κεφαλαίου, ως υποκείμενα αξιοπρέπειας και όχι ως θύματα, είμαστε η ελπίδα που ψάχνει η κριτική σκέψη. Εμείς είμαστε η κρίση του κεφαλαίου και είμαστε περήφανοι που αποτελούμε την κρίση ενός συστήματος που μας σκοτώνει.

Αυτή η κατάσταση προκαλεί απόγνωση στο κεφάλαιο, το οποίο αναζητά όλες τις πιθανές μεθόδους για να επιβάλει την υποταγή που χρειάζεται: τον αυταρχισμό, τη βία, τις εργασιακές και εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις. Εισάγει, επίσης, ένα παιχνίδι, μια φαντασία· αν δεν μπορούμε να αντλήσουμε το απαιτούμενο κέρδος, θα προσποιηθούμε ότι υπάρχει, θα φτιάξουμε τη χρηματική αναπαράσταση μιας αξίας που δεν έχει παραχθεί, θα επεκτείνουμε το χρέος για να επιβιώσουμε και, ταυτόχρονα, θα το χρησιμοποιήσουμε ώστε να επιβάλουμε την απαιτούμενη πειθαρχία. Η επέκταση του χρέους είναι επέκταση του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου και αποτελεί έκφραση της βίαιης αδυναμίας του. Ωστόσο, αυξάνει την αστάθειά του και, επιπλέον, δεν κατορθώνει να επιβάλει την απαιτούμενη πειθαρχία. Οι κίνδυνοι για το κεφάλαιο από την πλασματική επέκταση είναι σαφείς με την κατάρρευση του 2008, ενώ γίνεται όλο και περισσότερο εμφανές ότι η μοναδική διέξοδος για το κεφάλαιο είναι μέσω του αυταρχισμού: όλη η διαπραγμάτευση για το ελληνικό χρέος μάς δείχνει ότι δεν υπάρχει δυνατότητα για έναν πιο ήπιο καπιταλισμό, ο μόνος δρόμος για το κεφάλαιο είναι αυτός της λιτότητας και της βίας. Αυτή είναι η καταιγίδα που έρχεται, η καταιγίδα είναι ήδη εδώ.

Εμείς είμαστε η κρίση του κεφαλαίου, εμείς που λέμε «Όχι», εμείς που λέμε «Αρκετά με τον καπιταλισμό!», εμείς που λέμε ότι είναι ώρα να σταματήσουμε να παράγουμε κεφάλαιο, ότι πρέπει να δημιουργήσουμε μια άλλη μορφή ζωής. Το κεφάλαιο εξαρτάται από εμάς, επειδή αν σταματήσουμε να παράγουμε κέρδος (υπεραξία) με άμεσο ή έμμεσο τρόπο, τότε το κεφάλαιο θα σταματήσει να υπάρχει. Εμείς δημιουργούμε το κεφάλαιο, και αν αυτό βρίσκεται σε κρίση, είναι επειδή δεν παράγουμε το κέρδος που είναι απαραίτητο για την επιβίωσή του. Γι’ αυτόν το λόγο μας επιτίθενται με τόσο βίαιο τρόπο.

Μέσα σε αυτή την κατάσταση έχουμε, στην πραγματικότητα, δύο επιλογές αγώνα. Μπορούμε να πούμε «Ναι, συμφωνώ, ας συνεχίσουμε να παράγουμε κεφάλαιο και να στηρίζουμε την κεφαλαιοκρατική συσσώρευση, αλλά θέλουμε καλύτερες συνθήκες ζωής για όλους». Αυτή είναι η επιλογή των κυβερνήσεων και των κομμάτων της Αριστεράς: του ΣΥΡΙΖΑ, του Podemos, των κυβερνήσεων στη Βενεζουέλα και τη Βολιβία. Το πρόβλημα είναι ότι, ακόμη κι αν μπορούσαν να βελτιώσουν ορισμένες πτυχές των συνθηκών ζωής, υπάρχει πολύ μικρή πιθανότητα για έναν ηπιότερο καπιταλισμό εξαιτίας της ίδιας της απόγνωσης του κεφαλαίου.

Η άλλη επιλογή είναι να πούμε «Άντε γεια, κεφάλαιο. Φύγε, θα βρούμε άλλους τρόπους να σχετιζόμαστε μεταξύ μας και με μη ανθρώπινες μορφές ζωής, θα βρούμε άλλους τρόπους να ζούμε, που δεν καθορίζονται από το χρήμα και την επιδίωξη του κέρδους αλλά από τις δικές μας συλλογικές αποφάσεις».

Εδώ, σε αυτό το σεμινάριο βρισκόμαστε στο επίκεντρο της δεύτερης επιλογής. Το σημείο συνάντησης ανάμεσα σε Ζαπατίστας, Κούρδους, χιλιάδες κινήματα είναι ότι απωθούμε τον καπιταλισμό προσπαθώντας να δημιουργήσουμε κάτι διαφορετικό. Όλες και όλοι λέμε «Φτάνει, κεφάλαιο, η εποχή σου πέρασε, φύγε, δημιουργούμε κάτι καινούργιο». Το εκφράζουμε με πολλούς διαφορετικούς τρόπους: με το να ανοίγουμε ρωγμές στον τοίχο του κεφαλαίου και να προκαλούμε τη σύγκλισή τους, με το να δημιουργούμε το κοινό, να κομμουνιστικοποιούμε, να είμαστε το κίνημα του πράττειν ενάντια στην εργασία, το κίνημα της αξίας χρήσης ενάντια στην ανταλλακτική αξία, το κίνημα της αξιοπρέπειας ενάντια σε έναν κόσμο βασισμένο στην ταπείνωση. Δεν έχει μεγάλη σημασία με ποιον τρόπο το εκφράζουμε – το σημαντικό είναι ότι δημιουργούμε εδώ και τώρα έναν κόσμο πολλών κόσμων.

Αλλά, έχουμε αρκετή δύναμη; Έχουμε δύναμη ικανή ώστε να πούμε ότι δεν μας ενδιαφέρει η καπιταλιστική επένδυση και η καπιταλιστική απασχόληση; Έχουμε δύναμη να απωθήσουμε εντελώς τη σημερινή μας εξάρτηση από το κεφάλαιο για επιβίωση; Έχουμε τη δύναμη να πούμε το οριστικό αντίο στο κεφάλαιο;

Πιθανώς δεν την έχουμε, για την ώρα. Πολλοί από όσους βρισκόμαστε εδώ παίρνουμε μισθό ή υποτροφία που προέρχεται από τη συσσώρευση του κεφαλαίου ή, αν όχι, θα αρχίσουμε την επόμενη εβδομάδα να ψάχνουμε για καπιταλιστική εργασία. Η άρνησή μας προς το κεφάλαιο είναι μια άρνηση σχιζοφρενική: θέλουμε να πούμε ένα κατηγορηματικό αντίο και δεν μπορούμε ή δυσκολευόμαστε πολύ. Δεν υπάρχει καθαρότητα σε αυτό τον αγώνα. Η πάλη για να σταματήσουμε να παράγουμε κεφάλαιο είναι επίσης μια πάλη ενάντια στη δική μας εξάρτηση από το κεφάλαιο. Είναι, δηλαδή, μια πάλη για να χειραφετήσουμε τις δικές μας δημιουργικές ικανότητες, τη δική μας δύναμη να παράγουμε, τις δικές μας παραγωγικές δυνάμεις.

Σε αυτή τη θέση βρισκόμαστε, γι’ αυτό ήρθαμε εδώ. Είναι ανάγκη να οργανωθούμε, φυσικά· όχι όμως να δημιουργήσουμε μια οργάνωση με Ο κεφαλαίο, αλλά να οργανωθούμε με πολλαπλούς τρόπους, για να ζήσουμε από τώρα τους κόσμους που θέλουμε να δημιουργήσουμε.

Το πρωί οι εξεγερμένοι υποδιοικητές μας ζήτησαν να παραθέσουμε κάποιες προκλητικές ιδέες. Υποθέτω πως η ομιλία μου μπορεί να συνοψιστεί σε τρεις θεωρητικές προκλήσεις:
1) Κριτική σκέψη δεν είναι εκείνη που μιλάει για την καταστροφή, αλλά η σκέψη που αναζητά την ελπίδα μέσα στην καταστροφή.
2) Εμείς είμαστε η κρίση του κεφαλαίου και νιώθουμε περήφανοι γι’ αυτό. Όλη η σκέψη σχετικά με την καταιγίδα ξεκινά από αυτό το σημείο.
3) Ο μόνος τρόπος για να νικήσουμε τη λερναία ύδρα είναι να σταματήσουμε να παράγουμε κεφάλαιο και να ασχοληθούμε με τη δημιουργία άλλων κόσμων, που δεν βασίζονται στο χρήμα και το κέρδος, αλλά στην αξιοπρέπεια και την αυτοδιάθεση.
Ακούγεται εύκολο, αλλά ξέρουμε πως δεν είναι. Επομένως, πώς συνεχίζουμε; Πώς προχωράμε; Ρωτώντας, φυσικά. Να ρωτάμε, να αγκαλιαζόμαστε, να οργανωνόμαστε.

[1] (Σ.τ.Μ.) Πόλη στο Γκερέρο του Μεξικού. Η πορεία διαμαρτυρίας των φοιτητών της παιδαγωγικής σχολής της Αγιοτσινάπα στις 26-09-2015 κατέληξε στη βίαιη καταστολή και εξαφάνιση 43 φοιτητών από τις αστυνομικές δυνάμεις.
[2] (Σ.τ.Μ.) Οι ζαπατίστας έχουν αναφερθεί επανειλημμένα στον τέταρτο παγκόσμιο πόλεμο.

πηγή: http://www.respublica.gr/2015/06/column/holloway/